patmosweb330

elin330

aegeanlab

Ακούστηκαν

ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΡΟΣ : Η ΑΝΟΙΞΗ ΤΩΝ ΗΧΩΝ : Πλήρης και εμπεριστατωμένος οδηγός στον θαυμαστό κόσμο της μουσικής. Σε συνέχειες.

 

 

VIVLIO EXOFILLO OIKONOMOPOULOU

 

 

ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΡΟΣ 

 

Οι αξιολογότεροι συνθέτες του ρομαντισμού είναι:


Φραντς Σούμπερτ (1798-1828)


Ο Μπετόβεν άνοιξε καινούργιο δρόμο στον κόσμο της μουσικής τον οποίον δεν θα διστάσουν να ακολουθήσουν όλοι οι σύγχρονοι του.

Πρώτος που ακολούθησε το δρόμο αυτό είναι ο Σούμπερτ.


Στην ιστορία της μουσικής δεν θα βρούμε μια μορφή πιο αγνή, πιο γλυκιά, μια ζωή τόσο απλή που έχει ωστόσο βαθιά τραγικότητα. Γεννήθηκε το 1798 σε ένα χωριό κοντά στη Βιέννη. Ανήκε και αυτός σε οικογένεια μουσικών. Σε ηλικία 16 χρόνων άρχισε να συνθέτει και ο καθηγητής του διαπίστωσε με έκπληξη ότι τα γνώριζε όλα. Η ζωή του περνά μονότονα, φτωχικά, χωρίς επεισόδια, χωρίς πάθη, αφού δεν γνώρισε τον αληθινό έρωτα που τόσες φορές τραγούδησε. Η μόνη του χαρά ήταν η δημιουργία του και η χαρά των φίλων του. Ο Μπετόβεν μελέτησε τα τραγούδια του Σούμπερτ και είπε: “Υπάρχει μέσα σε αυτόν αλήθεια η θεία σπίθα”. Στον Σούμπερτ δεν υπάρχει εξέλιξη όπως στον Μπετόβεν. Από την πρώτη στιγμή έδωσε όλο το μέτρο της αξίας του. Ο Μπετόβεν κατέκτησε με επίμονο αγώνα την τέχνη του και προσπαθούσε να ανανεώνεται συνεχώς.

 

Ο Σούμπερτ δεν έγινε, γεννήθηκε μουσικός. Έγραψε 9 κωμικές όπερες από τις οποίες δεν παίζεται καμία, μονάχα η “Ροζαμούνδη”, 8 συμφωνίες εκ των οποίων η τελευταία είναι ημιτελής και πολλά έργα μουσικής δωματίου. Την αθανασία του όμως τη χρωστά στα 603 τραγούδια του (Λίντερ) που γράφτηκαν πάνω σε ποιήματα του Γκαίτε, του Σίλλερ, του Χάινε και άλλων. Η απόδοση όλων των αποχρώσεων του ποιητικού κειμένου στα λίντερ αυτά, γίνεται με εκπληκτική ευαισθησία, λεπτότητα και φαντασία. Εις τα λίντερ μονάχα πρέπει να αναζητήσουμε τον Σούμπερτ. Από τα καλύτερα είναι “Η Ωραία Μυλωνού”. Από τα έργα του για πιάνο: Οι οκτώ αυτοσχεδιασμοί και το κουϊντέτο για πιάνο και έγχορδα “ Η Πέστροφα”. Τα λίντερ του τον έκαναν γνωστό σε όλον τον κόσμο και τον ανέδειξαν σε μεγαλοφυΐα.

 

Πέθανε το 1828 σε ηλικία μόλις 31 ετών και κατά την επιθυμία του τάφηκε δίπλα στον τάφο του Μπετόβεν. Στα lieder του δεν ήξερε τι θα πει επεξεργασία, τα έγραφε αυτοσχεδιάζοντας. Και αυτό ακριβώς αποτελεί το χαρακτηριστικό της μεγαλοφυΐας του. Πολύ δίκαια λοιπόν απεκάλεσαν τον Σούμπερτ τον πιο εξαίρετο αυτοσχεδιαστή.


Ρόμπερτ Σούμαν (1810-1856)
Γεννήθηκε σε μια πόλη της Γερμανίας. Από πολύ μικρός επεδόθηκε στη μουσική. Αγαπούσε την ποίηση, τη μελέτη και έγραφε ποιήματα. Επίσης ακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας. Αρχίζει τη σταδιοδρομία του πιανίστα και ονειρεύεται να γίνει μεγάλος βιρτουόζος. Ένα όμως ατύχημα του χεριού του τον αναγκάζει να εγκαταλείψει το πιάνο και από τότε αφιερώνεται αποκλειστικά στη σύνθεση. Τα πρώτα του έργα είναι αφιερωμένα στο πιάνο, το αγαπημένο του όργανο. Έγραψε επίσης 3 συμφωνίες, έργα μουσικής δωματίου και το ορατόριο “Παράδεισος και Πέρι” που είχε μεγάλη επιτυχία, επίσης και LIEDER.

Στα περίφημα LIEDER του πάνω σε ποιήματα του Χάινε “Γυναικεία αγάπη και ζωή” και “Η Αγάπη του ποιητή”, είναι κλεισμένος όλος του ο έρωτας για τη γυναίκα του. Τα LIEDER του μαζί με τα LIEDER του Σούμπερτ, αντιπροσωπεύουν την κορυφή της Γερμανικής μελωδίας. Ο Σούμαν είναι ο κατ’ εξοχήν ρομαντικός συνθέτης.
Πάνω όμως στην ακμή της δημιουργικότητας του ξεσπάει η τρομερή αρρώστια: η παραφροσύνη. Πέθανε έπειτα από δύο χρόνια, το 1856.
Φελίξ Μέντελσον (1809-1847)


Γεννήθηκε στο Αμβούργο το 1809. Ο Μέντελσον είναι ίσως ο μόνος μουσικός που κατάγεται από πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν τραπεζίτης. Παιδί θαύμα και αυτός, σε ηλικία 9 ετών πρωτοεμφανίστηκε σαν πιανίστας σε συναυλία. Σε ηλικία 17 χρόνων έγραψε το “Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας” που είναι το πιο εμπνευσμένο και αυθόρμητο από όλα τα έργα του, γεμάτο δροσιά και ενθουσιασμό, θαύμα χάρης και ποίησης. Επίσης το “Γαμήλιο Εμβατήριο” είναι περίφημο. Έγραψε ορατόρια, έργα μουσικής δωματίου και σονάτες, συμφωνίες και το κοντσέρτο για βιολί που είναι πολύ γνωστό στο μεγάλο κοινό. Έκανε περιοδείες και έγινε παγκόσμια γνωστός. Οι εντυπώσεις του από την Ιταλία αποτυπώθηκαν στη 4η συμφωνία του, την “Ιταλική”. Το έργο του είναι η συνισταμένη των κλασσικών και ρομαντικών επιδράσεων. Ο Μέντελσον δεν είναι από τις μεγαλοφυΐες εκείνες που βάζουν τη σφραγίδα τους, αναγνωρίζεται όμως σαν κορυφή στην τέχνη.


Φρειδερίκος Σοπέν (1810-1849)


Γεννήθηκε σε ένα προάστιο της Βαρσοβίας από πατέρα Γάλλο και μητέρα Πολωνέζα.
Από την τρυφερή του ηλικία έδειξε το θεϊκό του τάλαντο αφού σε ηλικία 12 χρόνων ήταν ένας ολοκληρωμένος καλλιτέχνης του πιάνου και στα 15 του χρόνια, τύπωσε το πρώτο του έργο. Οι δάσκαλοι του στο πιάνο και στη σύνθεση δεν έχουν τίποτα να του μάθουν και τον προτρέπουν να φύγει και να αφήσει το στενό περιβάλλον της Πολωνίας. Ο Σοπέν φεύγει παίρνοντας μαζί του μια χούφτα χώμα από τη γη της Πολωνίας.
Ώριμος πια καλλιτέχνης αρχίζει τις περιοδείες του στην Ευρώπη όπου θριαμβεύει. Στο Παρίσι γνωρίστηκε με τη Γεωργία Σάνδη που του στάθηκε στα 9 χρόνια του δεσμού τους, ερωμένη, μάνα και νοσοκόμα. Το 1846 όμως τον εγκατέλειψε. Αυτό ήταν ένα μεγάλο χτύπημα για τον Σοπέν. Βρέθηκε ολομόναχος και άρρωστος από φυματίωση. Πέθανε το 1849 σε ηλικία 39 ετών χωρίς να δει ούτε την πατρίδα του, ούτε τους δικούς του. Πάνω στο φέρετρο του ρίξανε τη χούφτα χώμα που είχε πάρει από την πατρίδα του σύμφωνα με την ύστατη εντολή του. Επίσης άλλη του εντολή ήταν να στείλουν την καρδιά του στην Πολωνία.


Έγραψε κατ’ εξοχήν μουσική για πιάνο. Είναι η αποθέωση του ρομαντισμού. Υπήρξε ένας μεγάλος συνθέτης και συνάμα ένας μεγάλος πιανίστας. Όλα του τα έργα εμπνέονται από την πατρίδα του. Τα λαϊκά τραγούδια, τους λαϊκούς χορούς της Πολωνίας, τους ηρωικούς θρύλους και τις λαχτάρες του λαού της. Μιλάει μέσα στην ανθρώπινη καρδιά. Δεν υπάρχει άνθρωπος με λίγη ευαισθησία που να μην συγκινείται ακούγοντας μια μελωδία του Σοπέν, γιατί η μουσική του είναι γεμάτη αγάπη και νοσταλγία.


Οι Πολωνέζες του, οι Μαζούρκες του, τα νανουρίσματα του, οι βαρκαρόλες του, οι μπαλάντες του, τα βαλς του, εμπνευσμένα από την πατρίδα του, εκφράζουνε όλα τα ανθρώπινα συναισθήματα, από τον βαθύτερο πόνο ως την πιο τρελή χαρά. Διαμόρφωσε τις σπουδές (ETUDES), που ως τότε εξυπηρετούσαν μονάχα την εξάσκηση των δακτύλων, σε ένα μουσικό ποίημα γεμάτο πάθος και χάρη.
Τη μουσική του τη νοιώθει όλος ο κόσμος. Δεν έχει προβλήματα κατανόησης ο ακροατής.
Ο Σοπέν συνδυάζει την ευγένεια και το πάθος, το λυρισμό και το πνεύμα, την ευαισθησία και τη λάμψη.


Έκτωρ Μπερλιόζ (1803-1869)


Γεννήθηκε το 1803 στο Κοτ-Σαιντ-Ανιτρέ στη Γαλλία. Από 12 χρόνων άρχισε να γράφει μικρές συνθέσεις. Είναι γνωστός κυρίως από τη “Φανταστική Συμφωνία” του, το πρώτο αριστούργημα στο συμφωνικό ποίημα. Πολύ γνωστά επίσης είναι το “Ρέκβιεμ” και η “Καταδίκη του Φάουστ”. Η “Φανταστική Συμφωνία” αποτελεί το θεμέλιο λίθο πάνω στο οποίο θα οικοδομηθεί το συμφωνικό ποίημα.


Φραντς Λιστ (1811-1886)


Στον 19ον αιώνα ξεχωρίζει μία ακόμη λαμπρή προσωπικότητα: Ο Φραντς Λιστ. Ένας υπέροχος ανθρωπιστής γεμάτος αγάπη και καλοσύνη για όλους, ένας δεξιοτέχνης του πιάνου, ένας από τους εκλεκτότερους συνθέτες που συναντούμε στην ιστορία της μουσικής. Γεννήθηκε στην Ουγγαρία, ο πατέρας του λάτρης και αυτός της μουσικής, αντιλήφθηκε την κλίση του γιου του, άρχισε να του δίνει τα πρώτα μαθήματα και μένει έκθαμβος από τις καταπληκτικές του ικανότητες. Σε ηλικία 13 χρόνων συνθέτει την πρώτη του όπερα. Συνθέτει έργα με δύναμη και επινοητικότητα. Κάνει περιοδείες στην Κεντρική Ευρώπη. Αντιπροσωπεύει τον πιο τέλειο κοσμοπολίτη, ζώντας από πρωτεύουσα σε πρωτεύουσα που τις κατακτάει τη μια μετά την άλλη. Οι επιτυχίες του φθάνουν στο κατακόρυφο.


Στο διάστημα αυτό γνωρίστηκε με τον Βάγκνερ που τους συνέδεσε φιλία βαθιά και ειλικρινής. Αργότερα, η κόρη του Κοζίμα παντρεύτηκε τον Βάγκνερ. Το ουσιαστικό μέρος του έργου του αποτελείται από συνθέσεις για πιάνο, όπου φτάνει σε μια φινέτσα αξεπέραστη:
Αν ο Μπερλιόζ έβαλε την ιδέα του συμφωνικού ποιήματος, ο Λιστ είναι ο πραγματικός δημιουργός του. Έγραψε ένα πλήθος από συμφωνικά ποιήματα.
Καρλ Μαρία φον Βέμπερ (1786-1826)


Γεννήθηκε σε μια μικρή πόλη της Βορείου Γερμανίας. Από μικρό παιδί φανερώθηκε έντονη η κλίση του για τη μουσική. Στα 13 χρόνια του γράφει έξι φούγκες και άλλα έργα. Στα 16 χρόνια του είναι πια θαυμάσιος βιρτουόζος του πιάνου. Γράφει όπερες, καντάτες, ουβερτούρες και έργα για χορωδίες. Μέχρις όμως την ηλικία των 30 ετών δεν έχουμε δείγματα που μας πείθουν για τη μεγαλοφυΐα του. Από το 1817 όμως άρχισε να μας προσφέρει αριστουργήματα. Γράφει τις όπερες “Φράισουτς” (Διαβολοκυνηγός), “Ευρυάνθη”, “Όμπερον”, “Ελεύθερος Σκοπευτής” που είχαν τεράστια επιτυχία.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του 18ου αιώνα κυριαρχεί στη Γερμανία η Γαλλική και η Ιταλική όπερα. Ο Γερμανικός λαός όμως επιθυμεί να δημιουργήσει δικό του μελόδραμα, βγαλμένο από τη ζωή και τον μόχθο των κατοίκων του, από τα ήθη και τα έθιμα του τόπου του.


Ο “Φιντέλιο” του Μπετόβεν, ο “Μαγεμένος Αυλός” του Μότσαρτ και άλλα αριστουργήματα έπαψαν να θεωρούνται ως κατ’ εξοχήν μελοδράματα. Ο Βέμπερ είναι ο θεμελιωτής της νέας μορφής του μουσικού δράματος (όπερας). Με το περίφημο έργο του “Διαβολοκυνηγος” και με τις άλλες όπερες που ακολούθησαν, ο Βέμπερ έβαλε το θεμέλιο στο οποίο στηρίχτηκε το τεράστιο οικοδόμημα του 20ου αιώνα, η νέα μορφή του μουσικού οράματος, το οποίο συνέχισε και τελειοποίησε ο Βάγκνερ.


Έτσι ο Βέμπερ ανοίγει το δρόμο για τη Βαγκνερική μεταρρύθμιση και τη δημιουργία “ολοκληρωτικής τέχνης” στην Όπερα, στην οποία συνδυάζονται όλες οι μορφές της τέχνης, λογοτεχνία, ποίηση, ζωγραφική, χορός και μουσική.


Ριχάρδος Βάγκνερ (1813-1883)


Γεννήθηκε στη Λειψία το 1813. Μέγας, κορυφαίος Γερμανός μουσικοσυνθέτης, μεταρρυθμιστής του μουσικού δράματος (όπερας). Είναι ο μεγαλύτερος μουσικοσυνθέτης από τον Μπετόβεν και έπειτα, ο μεγαλύτερος επαναστάτης του παρελθόντος αιώνα, ο καταλύτης των συμβατικών μελοδραματικών μορφών που ίσχυαν ως τότε. Εγωιστής, φιλόδοξος, τολμηρός καινοτόμος, υπήρξε ο δημιουργός του σημερινού μελοδράματος. Λάτρης του αρχαίου ελληνικού θεάτρου, πήρε αυτό ως πρότυπο για την ανακαίνιση της νεότερης λυρικής σκηνής.


Υποστήριξε δογματικά την άρρηκτη ενότητα μεταξύ μουσικής και ποίησης. Προσπάθησε και πέτυχε μια τέλεια συγχώνευση όλων των στοιχείων της τέχνης. Οι εικαστικές τέχνες, ο χορός, η μουσική, ο ποιητικός λόγος, όλα πρέπει να βαδίζουν μαζί για τον κοινό σκοπό: την όπερα.
Οι όπερες του Βάγκνερ είναι κυριαρχικά εντυπωσιακές, κρατούν πολύ σε μάκρος, η ορχήστρα έχει διπλάσιο αριθμό οργάνων, τα σκηνικά είναι φαντασμαγορικά. Πολλές από τις όπερες του διαρκούν 5-6 ώρες. Γίνονται διαλείμματα, τρώνε οι Γερμανοί λουκάνικο και πίνουν μπύρα και έπειτα συνεχίζεται η παράσταση. Μια ολόκληρη μέρα σχεδόν.


Τον μύθο που χρησιμοποιούσε ο Βάγκνερ τον παίρνει από τους θρύλους της Γερμανικής φυλής, τις θρησκευτικές παραδόσεις, καθώς και από τις ιστορίες και τα κατορθώματα της Μεσαιωνικής Γερμανίας.


Το πρώτο του μελόδραμα το έγραψε σε ηλικία 12 ετών. Έπειτα έγραψε και άλλα μελοδράματα αλλά τα πραγματικά Βαγκνερικά αριστουργήματα αρχίζουν από τον “Ιπτάμενο Ολλανδό”. Το ποιητικό κείμενο το έγραψε ο ίδιος. Στο έργο αυτό διαβλέπει κανείς τον μέλλοντα αναμορφωτή. Μετά την παρουσίαση του μελοδράματος αυτού, χρονολογείται η εμφάνιση των βαγκνερικών και των αντιβαγκνερικών. Μετά σύνθεσε τον “Τανχόιζερ” και ακολούθως τον “Λόεγκριν”. Το κολοσσιαίο, το μεγαλειώδες όμως έργο του είναι “Το Δαχτυλίδι των Νυμπελούγκεν” ένας κύκλος από 4 μεγάλες όπερες: “Ο Χρυσός του Ρήνου”, “Οι Βαλκυρίες”, “Ο Ζήγκφριντ” και “Το Λυκόφως των Θεών”. Η λυρική κωμωδία του “Οι Αρχιτραγουδιστές της Νυρεμβέργης” αποκαλύπτει άλλη πλευρά της μεγαλοφυΐας του. Το τελευταίο του έργο είναι ο “Πάρσιφαλ”. Το έργο αυτό άρχισε το 1877 και το τελείωσε με πολλές διακοπές το 1882.


Ο Βάγκνερ έγραψε πολλά θεωρητικά έργα γύρω από τη μουσική. Θεωρεί την αποστολή της τέχνης θρησκεία και τον καλλιτέχνη ιερέα. Για την τέχνη-θρησκεία σκέφτηκε να ιδρύσει ένα ναό για την λατρεία της. Έτσι συνέλαβε το σχέδιο ενός ειδικού θεάτρου. Σε διάστημα πέντε ετών ιδρύθηκε το Μπαϋρόιτ, ένα πρότυπο θέατρο. Οι παραστάσεις δίνονταν για το κοινό και δεν αποβλέπουν σε κέρδη. Το θέατρο έχει πρωτότυπη σκηνή και αθέατη ορχήστρα.

Σε μια αίθουσα βυθισμένη στο σκότος, εμπρός σε ένα κοινό γοητευμένο από ένα είδος θρησκευτικής κατάνυξης, δίνεται η πρώτη παράσταση του “Πάρσιφαλ”. Έτσι πραγματοποιήθηκε το μεγαλύτερο όνειρο της ζωής του.


Οι μεταρρυθμίσεις που έφερε ο Βάγκνερ στο μουσικό δράμα είναι: α) χρησιμοποίηση στην όπερα όλων των μορφών της τέχνης: ζωγραφική, χορό, ποίηση, μουσική.


β) άρρηκτη ενότητα μεταξύ μουσικής και ποίησης,
γ) απόρριψη κάθε παραδεγμένης μορφής στην εναρμόνιση, την ενορχήστρωση και στην εκτέλεση των συνθέσεων,
δ) χρήση σχεδόν υποχρεωτική του λάιτ-μοτίβ. Λάιτ-μοτίβ είναι μια σειρά μουσικών θεμάτων που συσχετίζεται με τα πρόσωπα ή με τα συμβαίνοντα πάνω στη σκηνή,
ε) μεταβολή και ανακαίνιση των λυρικών θεάτρων και
στ) ειδική εκπαίδευση των καλλιτεχνών του μελοδράματος.


Στα τελευταία χρόνια της ζωής του δέχτηκε τις αντιλήψεις των Γερμανών φιλοσόφων Σοπενχάουερ και Νίτσε. Αυτή η επίδραση δεν εκδηλώθηκε μονάχα στη μουσική αλλά και στα διάφορα θεωρητικά του έργα, όπου παρουσιάζει τις αντιλήψεις της φυλετικής ανωτερότητας του υπεράνθρωπου.
Για κανέναν άλλον μουσουργό δεν έχουν γραφεί τόσα βιβλία, όσα για τον Βάγκνερ. Έχει γραφεί ολόκληρος όγκος ερμηνευτικής φιλολογίας γύρω από το έργο του. Όλοι τον αναγνωρίζουν σα μεγαλοφυΐα που συμπύκνωσε στο έργο του όλη την προηγούμενη μουσική. Η δύναμη στο έργο του Βάγκνερ βρίσκεται στο ότι είναι μέγας κάτοχος της τεχνικής. Το έργο του είναι τεράστιο και θαυμαστό. Σε αυτό ο συγγραφέας, ο διανοούμενος, ο καλλιτέχνης, ο μουσουργός, ο άνθρωπος του θεάτρου, αποτελούν ενιαίο σύνολο.


Ο Βάγκνερ υπήρξε μεγαλοφυία. Το έργο του είναι επαναστατικό και προφητικό. Συνέδεσε τη Γερμανική σοφία με το μοναδικό μουσικό αίσθημα, από τα οποία προέκυψαν τα μνημειώδη έργα του. Η προσπάθεια του για την ανύψωση του μουσικού οράματος είχε απήχηση σε ολόκληρο τον κόσμο και επηρέασε τις βασικές αρχές της παγκόσμιας μουσικής εξέλιξης.


Ιωάννης Μπραμς (1833-1897)


Γεννήθηκε το 1933 στο Αμβούργο. Σε ηλικία 14 ετών, έπαιξε σε μια συναυλία έργα των Μέντελσον, Μπαχ, Μπετόβεν και μια δική του σύνθεση, η οποία αποκάλυψε την ιδιοφυία του. Ο Μπραμς στη μουσική δωματίου θα βρει το κατάλληλο έδαφος για να εκφράσει τον πλούσιο λυρισμό του. Από τα καλύτερα του έργα είναι το κουιντέτο για πιάνο και έγχορδα και το σεξτίτο για έγχορδα.


Λ. Μπρούκνερ (1824-1896)


Γεννήθηκε το 1824 στην Αυστρία. Ακούγοντας τα έργα του, αντιλαμβάνεται κανείς αμέσως ότι πρόκειται για ένα φανατικό οπαδό και συνεχιστή της Βαγκνερικής τεχνοτροπίας.
Τα υπερβολικά μεγάλα και δυσνόητα έργα του απώθησαν το μεγάλο κοινό, παρά τον λυρισμό τους τον διαποτισμένο με μυστικισμό και παρά τη γενναιόδωρη χρήση μεγάλης ορχήστρας. Σήμερα όμως το έργο του Μπρούκνερ είναι διεθνώς αναγνωρισμένο, θεωρείται σαν ένας από τους λαμπρότερους καρπούς της μουσικής τέχνης και της Βαγκνερικής Σχολής. Μας άφησε ογκώδες έργο από 9 συμφωνίες, 3 λειτουργίες, ένα κουιντέτο και μια καντάτα.


Ν. Παγκανίνι (1782-1840)


Ο μεγαλύτερος δεξιοτέχνης του βιολιού. Ο Παγκανίνι μας φαίνεται σήμερα πολύ μακρινός, εκτός αν έχουμε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την τεχνική του βιολιού. Τα κοντσέρτα του ωστόσο δεν είναι άχρωμα ούτε χωρίς γοητεία.


Ι. Ροσσίνι (1792-1868)


Γεννήθηκε στην Ιταλία. Σε ηλικία 18 ετών παρουσιάζει την πρώτη του όπερα. Μετά έγραψε και άλλες, αλλά το αριστούργημα που του χάρισε τη δόξα είναι “Ο Κουρέας της Σεβίλλης”. Το έγραψε μέσα σε 15 μέρες. Το έργο αυτό έχει κρατήσει όλη του τη δροσιά και γοητεύει ακόμα και τον σημερινό ακροατή με τη ζωντάνια και τη χάρη των μελωδιών του.


Φ. Μπελίνι (1801-1835)


Τα σπουδαιότερα έργα του είναι ο “Ρωμαίος και Ιουλιέττα” και η “Νόρμα”.
Γ. Ντονιζέτι (1797-1848)
Γεννήθηκε στην Ιταλία. Έγραψε διάφορες όπερες. Το αριστούργημα του είναι η “Λουκία ντε Λαμερμούρ”.
Ι. Βέρντι (1813-1901)
Έγραψε πλήθος από όπερες που είχαν θριαμβευτική επιτυχία (Τροβατόρε, Ριγολέτος, Τραβιάτα, Αϊντα, Οθέλλος κλπ) που κλείνουν τον κύκλο της μεγαλοφυΐας του. Οι όπερες του Βέρντι μπροστά στις οποίες οι φίλοι της σοβαρής μουσικής μορφάζουν συχνά με περιφρόνηση, είναι μια γνήσια λαϊκή τέχνη συνδυασμένη με εκείνο τον πλούσιο μελωδικό χυμό που είναι από τα μυστικά της Ιταλικής μουσικής. Η ικανότητα του να φωτίζει κάθε πτυχή των ψυχολογικών καταστάσεων των ηρώων είναι εκπληκτική.
Το έργο των Ροσσίνι, Ντονιτσέττι, Μπελίνι, Βέρντι, συνεχίζουν οι Ιταλοί Βερίστες. Βεριστής σημαίνει νατουραλιστής, ρεαλιστής. Οι συνθέτες αυτοί έγραψαν έργα βγαλμένα από τη ζωή. Οι πρώτοι εκπρόσωποι της νέας Σχολής της Βεριστικής είναι ο Π. Μασκάνι (1863-1945) και ο Λεονκαβάλο (1857-1919). Ο Μασκάνι οφείλει την αθανασία του στο έργο του “Καββαλερία Ρουστικάνα”, ο Λεονκαβάλο στην όπερα του “Παλιάτσοι” που γνώρισε μοναδική επιτυχία.
Ι. Πουτσίνι (1858-1924)
Ο εκλεκτότερος εκπρόσωπος της Βεριστικής Σχολής. Άρχισε να συνθέτει από πολύ μικρός. Με την όπερα του “Μανόν Λεσκώ” κερδίζει την πρώτη του επιτυχία. Ακολουθεί η “Τόσκα” και η “Μαντάμ Μπατερφλάϊ”. Έγραψε έργα βγαλμένα από τη ζωή χωρίς καμία προσπάθεια αλλαγής των γεγονότων (Βερισμός).
Γκουνώ (1818-1893)
Με τον Γκουνώ αρχίζει η αναγέννηση της ρομαντικής μουσικής στη Γαλλία. Έγραψε αρκετά θρησκευτικά έργα, τα καλύτερα είναι η “Σαπφώ”, η “Βασίλισσα του Σαββά” και “Ρωμαίος και Ιουλιέττα”.
Ζ. Μπιζέ (1808-1875)
Ο Μπιζέ συγκεντρώνει στο έργο του όλα τα χαρίσματα του Γαλλικού πνεύματος: διαύγεια, λιτότητα, χάρη. Το σπουδαιότερο έργο του είναι η “Κάρμεν”, που κατέχει την πρώτη θέση στο δραματολόγιο όλων των μεγάλων λυρικών σκηνών. Άλλο έργο είναι οι “Αλιείς Μαργαριταριών”, η “Αρλεζιάνα” κ.α.
Μασσενέ
Τα έργα που αντιπροσωπεύουν περισσότερο τον Μασσενέ είναι η “Μανόν” και ο “Βέρβερος”. Στα μέσα του 19ου αιώνα, η συμφωνική μουσική ήταν ολωσδιόλου παραμελημένη στη Γαλλία. Το κοινό δεν ενδιαφερόταν παρά για το μελόδραμα και τη λυρική κωμωδία. Η Γαλλία χρωστά μια πλουσιότατη συμφωνική δημιουργία από τα μέσα του 19ου αιώνα στον Λαλό, Σεν-Σανς, Φρανκ, Φωρέ, Ντυκάς.
Εθνικές Σχολές της Μουσικής
Τα πρώτα 20 χρόνια του 19ου αιώνα η Ευρώπη δεν ήξερε, δεν αναγνώριζε άλλη μουσική από την Ιταλική, Γαλλική και Γερμανική. Οι συνθέτες υποτάσσονταν στους νόμους της τέχνης που είχαν επιβληθεί γενικά από τις χώρες αυτές. Την ντόπια, την αυθόρμητη μουσική που δεν λείπει από κανένα λαό, την αγνοούσαν ολότελα ή την λογάριαζαν ακατάλληλη και άχρηστη για σοβαρή δημιουργία. Μετά όμως την Γαλλική Επανάσταση αρχίζει να φανερώνεται ο Εθνικιστικός οργασμός. Τότε οι διάφοροι λαοί ζητούν να φανερώνουν τον ψυχικό τους κόσμο, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, με τη δική του τέχνη, με τη δική του μουσική. Έτσι, από το 1825 και ύστερα, παρουσιάζεται η μία έπειτα από την άλλη, οι διάφορες Εθνικές Σχολές που πλούτισαν τη μουσική με νέα στοιχεία, ανεκμετάλλευτα ως τότε, με έργα γεμάτα δύναμη και ζωή που φανερώνουν όλη την αγνότητα και την αυθόρμητη αφέλεια της λαϊκής ψυχής.

 

Ρωσία


Μ. Γκλίνκα (1802-1857)
Ανήκε σε αριστοκρατική οικογένεια. Είναι ο ιδρυτής της Ρωσικής Σχολής. Έγραψε μελοδράματα, μερικά συμφωνικά έργα και εκκλησιαστική μουσική. Στη μουσική του χρησιμοποίησε μουσικά στοιχεία της πατρίδος του.
Ομάς των πέντε: Μπελακίρεφ, Κουί, Μποραντίν, Μουσόρσκι και Ρίμσυ-Κορσακώφ. Αυτοί οι πέντε καλλιτέχνες ενώθηκαν με τον πόθο να εργαστούν για ένα κοινό ιδανικό. Τη δημιουργία Εθνικής Σχολής στη Ρωσία. Το Εθνικό χρώμα κυριαρχεί σε όλους. Ο πνευματικός τους κόσμος στηρίζεται στους Εθνικούς θρύλους και στις Εθνικές παραδόσεις. Ζητούν να χειραφετηθούν από την επίδραση της Ιταλικής όπερας και του μουσικού δράματος της Βιέννης. Όλοι ανήκουν σε αριστοκρατικούς κύκλους, δεν έχουν τη μουσική για κύριο επάγγελμα, είναι μάλλον ερασιτέχνες.


Μ. Μπαλακίρεφ (1837-1910)
Μελέτησε βαθιά τη δημοτική μουσική της πατρίδας του και σε αυτή επάνω πίστευε πως έπρεπε να στηριχθεί η δημιουργία της Εθνικής Σχολής. Για τον σκοπό αυτό εξέδωσε μια συλλογή από δημοτικά τραγούδια. Τα κυριότερα έργα του είναι μια συμφωνία, τρεις ουβερτούρες και συμφωνικά ποιήματα.
Κ. Κουϊ (1835-1918)
Στην αρχή ήταν στρατιωτικός γιατρός αλλά μετά στράφηκε και προς τη μουσική. Έγραψε όπερες, έργα για πιάνο, συμφωνίες, κλπ.
Α. Μποροντίν (1837-1887)
Και αυτός στην αρχή ήταν στρατιωτικός γιατρός. Έπειτα έγινε καθηγητής στην Ιατροχειρουργική Ακαδημία. Σε όλη του τη ζωή αφοσιώθηκε τόσο στην Επιστήμη όσο και στη Μουσική. Είναι ο πρώτος που δημιούργησε τη Ρωσική συμφωνία. Οι δύο συμφωνίες του απομακρύνονται από την κλασική φόρμα και έχουν περισσότερο ραψωδικό χαρακτήρα (Ραψωδία είναι το είδος της σύνθεσης της οποίας το θέμα παίρνεται από τα δημοτικά τραγούδια και χορούς). Το συμφωνικό ποίημα “Στις στέπες της Ασίας”, εκφράζει πιστά τη μελαγχολία έρημων εκτάσεων και έχει ανατολικό χρώμα. Το σπουδαιότερο έργο είναι το μελόδραμα “Πρίγκηπας Ίγκορ”. Έγραψε επίσης και αρκετά τραγούδια.
Μ. Μουσόργκσκι (1839-1881)
Άρχισε και αυτός από το στρατιωτικό επάγγελμα. Είναι σημαντικά διαφορετικός από τους μουσουργούς με τους οποίους είχε συνεταιρισθεί για τη δημιουργία της Εθνικής τέχνης. Είναι ο πρωτοτυπώτερος, ο πιο εμπνευσμένος μουσουργός. Το έργο του Μουσόργκσκι έχει ανυπολόγιστη σημασία, όχι μόνο για τη Ρωσική αλλά και για τη γενική κατεύθυνση της μουσικής. Ο Μουσόργκσκι είναι ένας ιμπρεσσιονιστής. Διαγράφει τη ζωή απευθείας, όπως σε κάθε στιγμή του την αποκαλύπτει η ευαισθησία του. Ο Μουσόργκσκι άνοιξε νέους δρόμους που τους ακολούθησαν οι μεγαλύτεροι από τους συγχρόνους του σε όλη την Ευρώπη, αρχίζοντας από τον Ντεμπυσσύ. Το σπουδαιότερο έργο του είναι το μελόδραμα “Μπόρις Γκοντουνώφ”.
Είναι μια από τις συγκλονιστικότερες όπερες στην ιστορία της μουσικής, είναι το ξεχείλισμα της ανθρωπιάς του Μουσόργκσκι. Μας αγγίζει αυτό το δράμα γιατί ο Μπόρις είναι κοντινή ύπαρξη με σάρκα και οστά, εγκληματίας και μαζί τρυφερός, διαυγής και παράφορος. Ο Μουσόργκσκι με το έργο του αυτό, φθάνει στην κορυφή της Ρωσικής μουσικής. Άλλα αξιόλογα έργα του είναι “Εικόνες από μία Έκθεση”, “Μία Νύχτα στο Φαλακρό Βουνό”.
Ρίμσκι-Κόρσακοφ (1844-1909)
Άρχισε ως αξιωματικός του Ναυτικού, αλλά στο τέλος αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στη μουσική. Είναι ο γονιμότερος από τους πέντε συντρόφους του. Τα συμφωνικά του ποιήματα “Αντάρ”, “Σεχραζάντ”, “Σάδκο” είναι γεμάτα από πρωτότυπους ηχητικούς συνδυασμούς και ποικιλία ρυθμών. Έγραψε πολλά συμφωνικά έργα σε ρωσικά θέματα. Έγραψε επίσης ένα κοντσέρτο για πιάνο, κουαρτέτα και πολλά μελοδράματα. Υπήρξε ο πιο επιφανής δάσκαλος της ρωσικής μουσικής. Η μουσική του με το εκπληκτικό μπρίο είναι ένα είδος σύνθεσης ανάμεσα στη Δύση και στη Ρωσία.
Κοντά στην ομάδα αυτή των πέντε ιδρυτών της ελεύθερης μουσικής Σχολής, οι οποίοι όσο και αν διαφέρουν αναμεταξύ τους έχουν κοινό γνώρισμα την προσπάθεια να δημιουργήσουν μια τέχνη καθ’ εαυτό Εθνική, υπήρξαν και άλλοι Ρώσοι μουσικοί που είχαν πιο στενούς δεσμούς με τους μουσικούς της Δύσης.
Οι σπουδαιότεροι είναι ο Σέρωφ, οι δύο Ρουμπινστάιν (ο Αντώνιος και ο Νικόλαος), ο Γκλαζουνώφ, ο Τσαϊκόφσκυ, ο Σκριάμπεν και ο Ραχμάνινωφ. Τα έργα τους έχουν την σφραγίδα της Ευρωπαϊκής τέχνης παρόλο που πολλοί από αυτούς χρησιμοποιούν πολλές φορές και λαϊκά μοτίβα.
Αντώνιος Ρουμπινστάιν (1829-1894)
Είναι μεγάλος δεξιοτέχνης του πιάνου και γονιμότατος συνθέτης. Έγραψε όπερες, συμφωνίες, κοντσέρτα, μουσική δωματίου και τραγούδια.
Π. Τσαϊκόφσκι (1840-1893)
Υπήρξε μαθητής του Ρουμπινστάιν και ακολουθεί τις κατευθύνσεις του δασκάλου του. Από όλους τους Ρώσους συνθέτες είναι ο πλησιέστερος προς την Ευρωπαϊκή και προ πάντων στην Γερμανική αντίληψη της τέχνης. Με τον Τσαϊκόφσκι αρχίζει στη Ρωσία να επιβάλλεται η κλασσική μορφή στη συμφωνία που ως τότε με τα συμφωνικά έργα των πέντε Εθνικιστών είχε ραψωδιακό χαρακτήρα. Ωστόσο και στις όπερες, στην ενόργανη μουσική και στα τραγούδια του Τσαϊκόφσκι βρίσκουμε γνωρίσματα Εθνικά και προ πάντων την ατμόσφαιρα της απαισιοδοξίας και της βαριάς μελαγχολίας που χαρακτηρίζει τη Ρωσία της εποχής εκείνης. Ο Τσαϊκόφσκι είναι μια ρωμαλέα ψυχή που γνωρίζει να αγγίζει βαθύτατα την ανθρώπινη ψυχή. Είναι γοητευτικός και απαράμιλλος δάσκαλος στον τομέα του μπαλέτου.
Σκανδιναβικές Χώρες
Στις Σκανδιναβικές χώρες η λαϊκή μουσική έχει πολλά κοινά γνωρίσματα. Τα τραγούδια τους έχουν μιαν ιδιαίτερη γοητεία, γεμάτη τρυφερή μελαγχολία. Οι χοροί τους είναι όλο ζωντάνια, χάρη και διονυσιασμό.
Ε. Γκριγκ
Στη Νορβηγία του 19ου αιώνα ξεχωρίζει ο Γκριγκ. Είναι ο αντιπροσωπευτικότερος από όλους τους Σκανδιναβούς μουσικούς. Ο ρομαντικός λυρισμός του είναι γεμάτος από τη νοσταλγική ποιητική διάθεση του Βορρά. Η πρωτοτυπία του και ο μελωδικός πλούτος των έργων του τράβηξαν την προσοχή του κόσμου όλου προς τη Σκανδιναβική μουσική.

 

Βοημία
Μ. Σμέτανα
Στη Βοημία ο Σμέτανα (Τσέχος) στήριξε το έργο του πάνω στις παραδόσεις και τα λαϊκά μοτίβα της πατρίδας του. Το σπουδαιότερο από όλα τα έργα του είναι ένας κύκλος από πέντε συμφωνικά ποιήματα με τον τίτλο “Η πατρίδα μου”.
Α. Ντβόρζακ
Το δρόμο που χάραξε ο μεγάλος συνθέτης Σμετάνα ακολουθούν οι περισσότεροι από τους Τσέχους συνθέτες. Τα έργα του Ντβόρζακ είναι συμφωνίες, ραψωδίες, κουαρτέτα. Είναι γεμάτα φλογερό πατριωτισμό, ανεξάντλητο μουσικό και μελωδικό πλούτο και μεγάλη ποικιλία στους χρωματισμούς της ορχήστρας.
Με τον Σμετάνα και προ παντός με τον Ντβόρζακ, η τσεχική μουσική κερδίζει στο τέλος του 19ου αιώνα μία εξίσου σημαντική θέση στον κόσμο με αυτήν της ρωσικής σχολής, ίσως μάλιστα σημαντικότερη στο βαθμό που αυτή η μουσική με τον υψηλό λυρισμό και τον πλούσιο μελωδικό χυμό που αντλεί από τις πηγές του φολκλόρ, είναι προσιτή σε ένα παγκόσμιο κοινό.
Ισπανία
Ως το τέλος του 18ου αιώνα η μουσική της Ισπανίας έμεινε υποτελής στην Ιταλική μουσική. Αλλά στον 19ον αιώνα άρχισαν να χρησιμοποιούν τα πλούσια μουσικά στοιχεία του ισπανικού λαού. Η μουσική δημιουργία παρουσιάζεται άφθονη και λαμπερή. Ξεχωρίζουν ο Αλπένιθ με το πλούσιο έργο του, όπερες, συμφωνικά ποιήματα και πολλά κομμάτια για πιάνο, όλα επάνω σε λαϊκούς χορούς και μελωδίες, ο Γρανάδος με πολλά έργα για πιάνο και ο Ντε Φάλια.
Οι Εθνικές σχολές που αναφέραμε, ρωσική, σκανδιναβική, τσεχική και ισπανική, είναι οι πιο χαρακτηριστικές και οι πιο πλούσιες σε μουσική παραγωγή. Ωστόσο και όλοι οι άλλοι Ευρωπαϊκοί λαοί, άλλοι λίγο και άλλοι περισσότερο, δείχνουν από τα μέσα του 19ου αιώνα, μεγάλη προσπάθεια να μελετήσουν τη λαογραφία τους, να στηρίζουν τη μουσική τους δημιουργία στα μουσικά τους στοιχεία.
Οι Βαλκανικοί λαοί, τελευταίοι από όλους στην κίνηση αυτή, ζητούν σήμερα όλοι να δημιουργήσουν ο καθένας τους δική του μουσική γλώσσα. Στη Ρουμανία, στη Βουλγαρία, στη Γιουγκοσλαβία, στην Τουρκία και στην Ελλάδα, περισυλλέγονται και μαγνητοφωνούνται τα λαϊκά τραγούδια που τα χρησιμοποιούν στη μουσική τους παραγωγή οι συνθέτες, ο καθένας σύμφωνα με τη δική του αισθητική και την ατομική του αντίληψη.

 

Η μουσική στην Ελλάδα


Ο Ελληνικός λαός στους σκοτεινούς χρόνους της δουλείας του καλλιεργεί το δημοτικό τραγούδι. Το δημοτικό τραγούδι είναι ανεκτίμητος και ανεξερεύνητος θησαυρός, μεταλλείο ολόκληρο για τους επιγενόμενους μουσικούς, που θα αναζητήσουν στο πολύτιμο αυτό υλικό το συνθετικό πυρήνα της καλλιτεχνικής τους δημιουργίας.
Η απελευθέρωση μετά την επανάσταση βρίσκει την Ελλάδα κατεστραμμένη και πνευματικά καθυστερημένη. Η μουσική εκπαίδευση του Ελληνικού λαού ουσιαστικά αρχίζει από τους Ιταλικούς μελοδραματικούς θιάσους, που έρχονται τακτικά στην Αθήνα από το 1840 και ύστερα.


Επτανησιακή Σχολή


Τα έργα των Επτανησίων συνθετών φέρνουν την σφραγίδα της Ιταλικής τέχνης.
Ν. Μάτζαρος (1793-1873)
Είναι ο πνευματικός πατέρας της Επτανησιακής μουσικής. Τα πρώτα μαθήματα μουσικής τα παίρνει στην Κέρκυρα και ύστερα στην Νεάπολη. Όταν γύρισε από τη Νεάπολη, ίδρυσε την Φιλαρμονική της Κέρκυρας, όπου δίδαξε πολλά χρόνια. Το έργο του απόλυτα επηρεασμένο από την Ιταλική μουσική περιλαμβάνει συμφωνίες, θρησκευτικές συνθέσεις, έργα για πιάνο, διάφορα εμβατήρια και ύμνους. Αγαπημένος φίλος του Σολωμού, μελοποίησε πολλά από τα ποιήματα του. Ανάμεσα τους ξεχωριστή θέση έχει ο Εθνικός μας Ύμνος. Οι Επτανήσιοι συνθέτες, αν και εμπνεύστηκαν συχνά από την επανάσταση του 1821, δεν κατόρθωσαν να δώσουν στο έργο τους Ελληνικό χαρακτήρα.
Σ. Σαμάρας (1863-1917)
Γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Σπούδασε στην Αθήνα και το Παρίσι. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στην Γαλλία και Ιταλία, όπου παίχθηκαν πολλά μελοδράματα του. Το 1911 εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και έγραψε μερικές οπερέτες. Το ύφος του Σαμάρα, κομψό, ευγενικό, είναι επηρεασμένο από τη Γαλλική καλαισθησία.

ΜΕΛΟΠΟΙΗΣΕ ΤΟΝ ΥΜΝΟ ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ!!!!!!


Παύλος Καρρέρ (1829-1896)
Γεννήθηκε και πέθανε στην Ζάκυνθο. Σπούδασε στο Παρίσι και στο Μιλάνο. Τα μελοδράματα του είναι εμπνευσμένα από την αρχαία και τη νεώτερη Ελληνική ιστορία.

 

Κωμειδύλλιο
Στα τέλη του 19ου αιώνα γεννιέται στην Αθήνα το Κωμειδύλλιο. Ηθογραφική κωμωδία με πολλά τραγούδια, είναι το καινούργιο είδος του Θεάτρου. Το περιεχόμενο του, παρμένο από την σύγχρονη ζωή και τους απλούς και ζωντανούς τύπους, κατακτά το Αθηναϊκό κοινό.
Οι δημιουργοί του Κωμειδυλλίου στην Αθήνα είναι ο Δ. Κορομηλάς και ο Δ. Κόκκινος.


Νεοελληνική Εθνική Σχολή
Η Νεοελληνική μουσική, ως Εθνική Μουσική Σχολή, γεννιέται στο τέλος του 19ου αιώνα και είναι καρπός της πνευματικής και κοινωνικής αναγέννησης της εποχής εκείνης. Το πρόβλημα της δημιουργίας της Εθνικής μουσικής απασχολεί για πρώτη φορά τους Έλληνες συνθέτες.
Η Νεοελληνική μουσική Σχολή στα πρώτα της βήματα δεν έχει να στηριχθεί σε καμία δικιά της παράδοση. Η μόνη μουσική πραγματικότητα είναι το δημοτικό τραγούδι και η βυζαντινή μελωδία.
Το δημοτικό όμως τραγούδι και η βυζαντινή μελωδία, που παρέμειναν ως σήμερα για λόγους ιστορικούς μονόφωνα, δεν προσφέρουν στους Έλληνες συνθέτες της εποχής εκείνης την ίδια βάση που αποτελεί για τους συνθέτες της Δύσης, η πολύχρονη μουσική της παράδοση.

 

Οι πρώτοι συνθέτες που θεμελιώνουν γύρω στην 1η και 2η δεκαετία του 1900 την Νεοελληνική μουσική Σχολή είναι οι:
Δ. Λαυράγκας
Ο Λαυράγκας είναι ο δημιουργός του Ελληνικού μελοδράματος
Γ. Λαμπελέτ, Μανώλης Καλομοίρης, Μάριος Βάρβογλης, Αιμίλιος Ριάδης.
Στο πρόσωπο του Καλομοίρη η νεότερη Ελλάδα αναγνωρίζει τον Εθνικό της συνθέτη, αρχηγό της Νεοελληνικής Εθνικής Σχολής. Έργα του Καλομοίρη είναι “O Πρωτομάστορας”, “Το Δαχτυλίδι της Μάνας”, “Κωνσταντίνος Παλαιολόγος”. Επίσης έχει δημιουργήσει πολλά συμφωνικά έργα, έργα μουσικής δωματίου και πολλά τραγούδια γραμμένα πάνω σε ποιήματα μεγάλων ποιητών μας και κυρίως του Παλαμά.
Έπειτα από τη γενιά Καλομοίρη πολλοί άλλοι συνθέτες πλουτίζουν με το έργο τους τη νεοελληνική μουσική.
Από αυτούς, άλλοι ακολουθούν το δρόμο της Εθνικής μουσικής Σχολής και άλλοι τις μετακλασσικές και ρομαντικές τάσεις του 19ου αιώνα σύμφωνα με την καλλιτεχνική τους προσωπικότητα, τις σπουδές τους και τις ιδιαίτερες συνθήκες της ζωής τους.

Οι πιο σημαντικοί είναι οι:
Δ. Λεβίδης, Γ. Σκλάβος, Πετρίδης, Γ. Πονηρίδης, Ανδρέας Νεζερίτης, Αντ. Ευαγγελάτος, Θεόδωρος Καρυωτάκης, Ιωάννης Κωνσταντινίδης, Σόλων Μιχαηλίδης, Λώρης Μαργαρίτης, Μενέλαος Παλλάντιος, Μ. Σκουλούδης, Γεώργιος Γεωργιάδης, Μ. Βούρτσης, Αθ. Κόκκινος, Μιλτιάδης Κουτούγκος.


Ξεχωριστή θέση στην οικογένεια των Ελλήνων μουσικών κατέχει ο Δημήτριος Μητρόπουλος.


Παγκόσμια αναγνωρισμένος, είχε διευθύνει κατά καιρούς τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου. Ο Μητρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1896 και σπούδασε πρώτα στο Ωδείο Αθηνών και έπειτα στις Βρυξέλλες και Βερολίνο. Ήταν Αμερικανός υπήκοος από το 1946 και τιμήθηκε με το Αριστείο των Γραμμάτων και Τεχνών.

 

Επίσης ήταν μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Το συνθετικό του έργο επηρεασμένο από τον Ντεμπυσσύ και αργότερα από τις νεότερες μουσικές τάσεις, περιλαμβάνει την όπερα Βεατρίκη, έργα μουσικής δωματίου, τραγούδια πάνω σε ποιήματα του Πολέμη, Σικελιανού και άλλων. Οι Κυθηραϊκοί και Κρητικοί χοροί του για πιάνο, είναι τα μόνα ίσως έργα του με Εθνικό χρώμα.  


Με το Νίκο Σκαλκώτα ανοίγεται ένα καινούργιο κεφάλαιο στη μουσική μας ιστορία. Για πρώτη φορά Έλληνας συνθέτης χρησιμοποιεί συστηματικά τόσο ριζοσπαστικά, εκφραστικά μέσα και δημιουργεί έργο αντίθετο από την άλλη μουσική Ελληνική δημιουργία.
Γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1904. Σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών και στο Βερολίνο βιολί και σύνθεση. Παρόλο που ακολουθούσε το σύστημα Σέμπεργκ (ο Σέμπεργκ είναι ο ιδρυτής του εξπρεσιονισμού της πειραματικής σχολής του 20ου αιώνα), δημιούργησε ένα ιδιότυπο προσωπικό ύφος.

 

Συχνά στα έργα του διακρίνει κανείς Ελληνικά λαϊκά στοιχεία. Σημαντικότερα από τα έργα του είναι:

2 συμφωνικές σουίτες, 36 ελληνικοί χοροί, έργα για ορχήστρα εγχόρδων, μουσική για πιάνο και άλλα. Ο Σκαλκώτας αν και πέθανε νέος, μόλις 46 ετών, άφησε ένα υψηλής ποιότητας και επιβλητικό σε όγκο έργο που θεωρήθηκε αποκάλυψη στους μουσικούς κύκλους της Ευρώπης.


Οι δημιουργίες του έχουν προκαλέσει ένα απροσδόκητο ενδιαφέρον στους πρωτοποριακούς μουσικούς κύκλους του εξωτερικού: Το έργο του μπολιάζει τη νεοελληνική μουσική με τις σύγχρονες μουσικές τάσεις.


Άλλοι συνθέτες της Νεοελληνικής μουσικής είναι οι: Γ. Αξιώτης, Σ. Σπάθης, Γ. Καζάσογλου, Λ. Ζώρας, Αλ. Κόντης, Δ. Ρόδιος, Λ. Σπινέλης, Ν. Κόκκινος, Γ. Σισιλιάνος, Γιάννης Παπαϊωάννου, Γεώργιος Γεωργιάδης, Μίκης Θεοδωράκης.
Ο Θεοδωράκης σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών. Πήρε υποτροφία στη Γαλλία και αρχικά ασχολήθηκε με την κλασσική μουσική. Έχει γράψει μουσική μπαλέτου και έργα μουσικής δωματίου. Παράλληλα ασχολήθηκε με την Ελληνική λαϊκή μουσική, από την οποία απέκτησε μεγάλη δημοτικότητα.

Γεννήθηκε στη Χίο το 1925, η καταγωγή του όμως είναι από τα Χανιά της Κρήτης.


Μάνος Χατζηδάκης
Γεννήθηκε στην Ξάνθη το 1925. Έγραψε μια σουίτα για πιάνο και σκίτσα για πιάνο. Ασχολήθηκε και αυτός με τη λαϊκή μουσική. 

Ο Χατζηδάκης μαζί με τον Θεοδωράκη συνέβαλαν στην εξύψωση του λαϊκού τραγουδιού.

 

Στο επόμενο Οπερέτα-Το έντεχνο λαϊκό τραγούδι

 

ΕΔΩ ΔΙΑΒΑΖΕΤΕ ΤΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ

 

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ 

https://www.patmostimes.gr/akoustikan0/17411-i-anoiksi-ton-ixon-se-synexeies-pliris-kai-emperistatomenos-odigos-ston-thavmasto-kosmo-tis-mousikis

ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ

https://www.patmostimes.gr/akoustikan0/17431-deftero-meros-i-anoiksi-ton-ixon-se-synexeies-pliris-kai-emperistatomenos-odigos-ston-thavmasto-kosmo-tis-mousikis

ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ

https://www.patmostimes.gr/akoustikan0/17447-trito-meros-i-anoiksi-ton-ixon-pliris-kai-emperistatomenos-odigos-ston-thavmasto-kosmo-tis-mousikis-se-synexeies

 

 

Σχετικά άρθρα