patmosweb330

elin330

aegeanlab

Life Style

Ο Άγιος Μακάριος Καλογεράς στον πανηγυρικό της ημέρας από τον Σχολάρχη της Πατμιάδος.

makarios kalogeras2Στην εορτή του ιδρυτή της Πατμιάδος Εκκλησιαστικής Σχολής  Άγίου Μακαρίου  Καλογεράς τον  πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε ο  Σχολάρχης της Πατμιάδος κ. Γιάννης Ζαρκαδούλας.

Παρακάτω ολόκληρος ο πανηγυρικός. 

 

«Ο εν μακαρίοις όντως Μακάριος,
ο συνόμιλος των αγγέλων και των παλαιών ασκητών και διδασκάλων»
Ας δοξάζουμε τον Θεό ο οποίος και εφέτος μας αξιώνει να τιμήσουμε και να εορτάσουμε τη μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Μακαρίου Διακόνου του Καλογερά, Διδασκάλου του Γένους.
Ο ιεροδιάκονος Μακάριος Καλογεράς υπήρξε γέννημα και θρέμμα της ιεράς νήσου Πάτμου. Η ιστορία έχει καλύψει επιμελώς με το πέπλο της σιωπής πολλές πτυχές της ζωής του. Αγνοούμε από ποια από όλες τις οικογένειες Καλογερά που έμεναν στο νησί κατάγεται ο σοφός διδάσκαλος. Δεν μας είναι γνωστό ούτε το ακριβές έτος της γέννησής του.

«Εγεννήθη εν Πάτμω φθινούσης της 17ης εκατονταετηρίδος», γράφει ο Μιχαήλ Μαλανδράκης.
Από τη μικρή και ασήμαντη Πάτμο ο νεαρός Μακάριος βρέθηκε για σπουδές στην άλλοτε βασιλίδα των πόλεων, την Κωνσταντινούπολη, όπου φοίτησε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. «Την πατρίδαν καταλιπών έρωτι παιδείας απήρεν εις βασιλεύουσαν», όπως σημειώνει ο μαθητής του Αλέξανδρος Τυρναβίτης.
Ο νεαρός Μακάριος φοίτησε στην περιώνυμη Σχολή τον καιρό που τη σχολαρχία κατείχε ο Ύπατος των φιλοσόφων Ιάκωβος Μάνος ο Αργείος, δίπλα στον οποίο διδάχθηκε Ρητορική, Αριστοτελική Φιλοσοφία και Θεολογία. Στενή πνευματική σχέση ανέπτυξε και με τον Ιερομόναχο Αγάπιο Βουλισμά ο οποίος έγινε ο πνευματικός του πατέρας.
Ο Μακάριος διέπρεψε στις σπουδές του στα θεολογικά γράμματα, στη Φιλοσοφία, τα Αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά, αλλά και στη Βυζαντινή Μουσική. Για τη λαμπρή παιδεία του Μακαρίου μιλούν με πολύ κολακευτικά λόγια όσοι έτυχε να τον γνωρίσουν προσωπικά. Όλοι επιζητούσαν να έχουν επιστολές του και τον επαινούσαν για τη γλαφυρή γλώσσα του και την αγνή φιλία του.
Στη Βασιλεύουσα του δόθηκε η ευκαιρία να γνωριστεί και να συνδεθεί με ανυπόκριτη φιλία με τους μετέπειτα Πατριάρχες Ιεροσολύμων Χρύσανθο και Μελέτιο, καθώς και με πολλούς κληρικούς των Αγίων Τόπων και της ερήμου του Σινά. Στον κύκλο των λογίων της Πόλης, ήρθε σε επαφή και με σημαντικές Φαναριώτικες οικογένειες όπως του εξ Απορρήτων Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, του άλλοτε καθηγητή της Μεγάλης του Γένους Σχολής Ιωάννη Καρυοφίλη αλλά και με τον Οίκο των Υψηλάντηδων. Όλες αυτές οι γνωριμίες θα αποδειχθούν πολύ σημαντικές για το διδάσκαλο της Πάτμου ο οποίος προοριζόταν να παλέψει διά βίου μέσα στη στέρηση και την ανέχεια, την ερημία και τις ασθένειες.
Στην Κωνσταντινούπολη γνώρισε και τον προστάτη του, τον Μητροπολίτη Νικομηδείας Παρθένιο, ο οποίος μάλιστα τον χειροτόνησε και Διάκονο. Από τον εκκλησιαστικό αυτό βαθμό ο Μακάριος δεν θέλησε ποτέ να προαχθεί, θεωρώντας το έργο του Ιερέως υψηλότερο των δυνάμεών του αλλά και γεμάτο περισπαστικές υποχρεώσεις, οι οποίες δεν ταίριαζαν με την αγάπη του προς την ησυχία και τη νήψη.
Παρά την καλή του θέση στη Μητρόπολη Νικομηδείας και την επιθυμία του γέροντά του να τον διαδεχθεί στον επισκοπικό θρόνο, ο Μακάριος ανυπομονούσε να επιστρέψει «εις το της πατρίδος φίλον έδαφος», προτιμώντας «την εσχατιά της Πάτμου» από την εκκλησιαστική διοίκηση. Η θεοφιλής φύση του, ο ζήλος του για προσφορά, η αγάπη του για τη διδασκαλία και η διάπυρη επιθυμία του για τη διαπαιδαγώγηση των υπόδουλων Ελλήνων, τον οδήγησαν πίσω στην Πάτμο το 1713.
«Στην κραναήν και πετρώδην ταύτην νήσον» ενοικίασε το Κάθισμα του Ιερού Σπηλαίου της Αποκαλύψεως, όπου και εγκαταστάθηκε. Εκεί θα είχε τη δυνατότητα να συνδυάσει τον κατά Θεόν αγώνα με την ακαδημαϊκή ενασχόληση, την καλλιέργεια της σοφίας με την επίτευξη της αρετής.
Σ’ αυτόν τον σπουδαιότατο τόπο προσευχής, τον μυστηριακά σφραγισμένο από το όραμα της Αποκαλύψεως, επέλεξε ο Μακάριος να ιδρύσει τη Σχολή του. Επειδή η Σχολή λειτούργησε μέσα στο κτιριακό συγκρότημα του Καθίσματος, ονομάστηκε «ένδον της Αποκαλύψεως Φροντιστήριον». Για τον ίδιο το διδάσκαλο Μακάριο η Ιερά Αποκάλυψη κατέστη ο πνευματικός στίβος στον οποίο αγωνίσθηκε τους πολύμορφους αγώνες του. Κάτω από τους θεολάξευτους θόλους του Ιερού Σπηλαίου προσευχόταν και έψαλλε, κήρυττε το θείο λόγο, υπηρετούσε το ιερό θυσιαστήριο. Από την έδρα της Σχολής του δίδαξε και γαλούχησε τους μαθητές του με τα νάματα της πατρώας παιδείας και της ευαγγελικής αλήθειας.
Η ίδρυση της Σχολής του Μακαρίου αποτελεί τομή στην παράδοση της παιδείας όχι μόνο της Πάτμου αλλά και του υπόδουλου ελληνισμού καθώς οριοθετεί την αδάπανη και οργανωμένη σχολική παιδεία.
Έχοντας ως πρότυπο τη Μεγάλη του Γένους Σχολή, ο διδάσκαλος Μακάριος οργάνωσε τον κύκλο των μαθημάτων διατηρώντας ταυτοχρόνως το μοναστικό ύφος του χώρου έτσι, ώστε οι μαθητές να συνδυάζουν παιδεία και άσκηση, αλλά και μένοντας απερίσπαστοι από την κοσμική τύρβη, να έχουν τη δυνατότητα να αφοσιωθούν ολοψύχως στη μελέτη. Μάλιστα, ορισμένοι χώροι της Αποκαλύψεως χρησίμευσαν όχι μόνο ως αίθουσες διδασκαλίας, αλλά και ως κοιτώνες των μαθητών.
Οι πρώτοι μαθητές κατάγονταν από την Πάτμο και τα γύρω νησιά. Ο ζήλος του Μακαρίου για τη Σχολή, οι θυσίες του για τη μόρφωση και την διαπαιδαγώγηση των μαθητών με την κατά Θεόν και θύραθεν παιδεία, η ακάματη εργατικότητα, η ταπεινότητα και η αρετή του εξάπλωσαν τη φήμη της Σχολής πέρα από τα όρια του νησιού ως την Κωνσταντινούπολη, την Κύπρο, την Κύζικο, την Αλεξάνδρεια, το Σινά, τη Ρωσία από όπου έφθαναν μαθητές για σπουδές. Ανάμεσα στους μαθητές δημιουργήθηκαν ισχυροί δεσμοί φιλίας και αλληλοεκτίμησης. Πολλοί γονείς έστελναν τα παιδιά τους στην Πάτμο, διότι ήταν εξασφαλισμένη η ηθική και πνευματική τους καλλιέργεια.
Τα μαθήματα στη Σχολή (γραμματική, φιλοσοφία, ρητορική, εκκλησιαστική μουσική, λατινικά και αστρονομία) παρέχονταν δωρεάν σε όλους τους μαθητές και αρχικά ο Μακάριος δίδασκε μόνος του.
Μετά από μερικά χρόνια, οι καλύτεροι των μαθητών επιλέχθηκαν ως διδάσκαλοι της Σχολής. Οι κύριοι συνεργάτες του ήταν οι μοναχοί Κοσμάς ο Λήμνιος και Γεράσιμος ο Βυζάντιος. Καθώς ο αριθμός των μαθητών αυξανόταν, θεωρήθηκε απαραίτητη η κατασκευή νέων κτιρίων, τα οποία δημιουργήθηκαν με τη βοήθεια εύπορων δωρητών από την Κωνσταντινούπολη. Το έτος 1729 κτίστηκε ιδιαίτερο κτίριο δίπλα στην Αποκάλυψη, γνωστό στις μέρες μας ως "Παλαιά Πατμιάδα". Σήμερα, μικρά μόνο και ερειπωμένα τμήματα σώζονται από την πρώτη εκείνη Σχολή.
Η ίδρυση της Σχολής επισημοποιήθηκε με πατριαρχικό σιγίλιο, στοιχείο, που όχι μόνο μαρτυρεί το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της Μητέρας Εκκλησίας για τη Σχολή του Μακαρίου, αλλά αποτελεί χαρακτηριστικό της πατριαρχικής τιμής και ευλογίας, με την οποία την περιέβαλε και την ανύψωσε στην περίοπτη θέση της Πατριαρχικής Σχολής.
Η Σχολή ήταν αποτέλεσμα προσωπικής προσπάθειας του Μακαρίου, δεδομένου ότι ο ίδιος διαχειριζόταν προσωπικά όλες τις υποθέσεις της και φρόντιζε για την επίλυση των προβλημάτων της.
Παρά τη βεβαρημένη υγεία του, συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή στο μικρό και ταπεινό του κελί χωρίς να πάψει ούτε στιγμή να αγωνιά για κάθε έναν από τους μαθητές του ξεχωριστά.
Υπήρξε γι’ αυτούς «παιδαγωγός εν Χριστώ αλλά και πατέρας». Πώς εύρισκε τη δύναμη να αντέχει τις κακουχίες και τα βάσανα της κλονισμένης υγείας του; Ποια άλλη δύναμη, εκτός από την πανίσχυρη δύναμη της πίστεως, ήταν δυνατόν να τον καταστήσει ικανό, να συνεχίζει «εν πνευματική αποστολή», να μεταλαμπαδεύει το Λόγο του Θεού;
Ανέδειξε πολλούς και αξιόλογους μαθητές, οι οποίοι διέδωσαν τη διδασκαλία του και τα κηρύγματά του σε κάθε γωνιά του ελληνισμού, ενώ διακρίθηκε κατεξοχήν ως εκκλησιαστικός ρήτορας ξεπερνώντας στη δεινότητα του λόγου και στη φήμη όλους σχεδόν τους συγχρόνους του.
Ο διδάσκαλος και συνεχιστής του Γεράσιμος ο Βυζάντιος τον χαρακτηρίζει «ακριβεστάτη διόπτρα των θεολόγων» και «ακαταγώνιστο υπέρμαχο των ορθών δογμάτων».
Συνέγραψε διάφορα έργα, ανέκδοτα τα περισσότερα μέχρι σήμερα, συνέταξε περισσότερους από 2.000 εκκλησιαστικούς λόγους «εις απλήν φράσιν», μετέφρασε από τα λατινικά στα ελληνικά κείμενα φιλολογικού κυρίως χαρακτήρα, ενώ έχουν διασωθεί περίπου 250 επιστολές του.
Ο Μακάριος συνέτασσε τις ομιλίες του σε γλώσσα απλή, σαφή, «καθαρὰν» και κατανοητή από τους απλούς πιστούς. Σ᾿ αυτήν τη γλώσσα ερμήνευε τις βιβλικές περικοπές και δίδασκε τις σωτηριώδεις αλήθειες και τα ορθόδοξα δόγματα.
Υπήρξε διάπυρος ζηλωτής και γενναιότατος προασπιστής της «πατρώας ευσεβείας», αλλά και δοκιμώτατος εργάτης των χριστιανικών αρετών. Χαρακτηρίστηκε σοφός και πολυμαθής διδάσκαλος του γένους. Με ιδιαίτερη έμπνευση και επιτυχία υπερασπίστηκε προφορικώς και γραπτώς την ορθόδοξη πίστη έναντι των παπικών καινοτομιών και αλλοι-ώσεων, κάτι που εξόργισε τη δυτική λογοκρισία. Μάλιστα το έργο του «Ευαγγελικὴ Σάλπιγξ» μισήθηκε από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και σχεδόν όλα τα αντίτυπά του παραδόθηκαν στην πυρά.
Η Σχολή του Μακαρίου αποτέλεσε σημαντικό πνευματικό φυτώριο της Ελληνικής Ορθοδοξίας. Απέδωσε καρπούς, οι οποίοι τροφοδότησαν την Εκκλησία και το Γένος μας σε καιρούς δυσχείμερους. Συμβαίνει και εδώ να επαληθεύεται η ρήση: «Ει η ρίζα είναι αγία, και οι κλάδοι».
Άγιοι και Ήρωες της Πίστεως και της Πατρίδας μας κοσμούν το «Μαθητολόγιο» της Σχολής: από αυτήν αποφοίτησαν οι Οικουμενικοί Πατριάρχες Κύριλλος ο Ε’ και Γρηγόριος ο Ε’ ο Εθνομάρτυρας, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος Παγκώστας ο Πάτμιος, ο Άγιος Γεράσιμος ο Βυζάντιος, ο Άγιος Δωρόθεος Πρώιος, Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως, ο Άγιος Ιερομάρτυρας Πλάτων Αϊβαζίδης ο Πάτμιος, Πρωτοσύγκελλος των Ιερών Μητροπόλεων Καστορίας και Αμασείας, ο πρωτεργάτης της Φιλικής Εταιρείας Εμμανουήλ Ξάνθος ο Πάτμιος, ο Δημήτριος Θέμελης ο υπερασπιστής του Μεσολογγίου, επίσης Πάτμιος, πλειάδα Ιερέων και Ιερομονάχων, καθώς και λοιπών λογάδων του Γένους, οι οποίοι συνετέλεσαν τα μέγιστα στη θρησκευτική και πνευματική αφύπνιση των υπόδουλων Ελλήνων και εργάσθηκαν ιδίως, εναντίον των εξισλαμισμών από τους Τούρκους.
Ο σοφώτατος ιεροδιάκονος Μακάριος δίδαξε έως το 1737, έτος κατά το οποίο εκοιμήθη, νικημένος από τις ποικίλες ασθένειες που τον ταλάνιζαν. Η αναγγελία του θανάτου του ελύπησε σφόδρα τους μαθητές του και όχι μόνον. Η Αδελφότητα της Ιεράς Μονής, του έπλεξε μέγα εγκώμιο και τον χαρακτήρισε ως «σοφώτατον Διδάσκαλον», ο οποίος «υπερέβη πάντας του καιρού εκείνου διδασκάλους και κατά την έσω και έξω σοφίαν και εγένετο δεύτερος Χρυσόστομος και ποταμός ανεξάντλητος εις τάς διδαχάς».
Το 1759 είκοσι έξι αρχιερείς, με επικεφαλής τον Οικουμενικό Πατριάρχη Καλλίνικο Δ’, του αναγνώρισαν συνοδικώς τα θεία χαρίσματα της πρόρρησης και της προφητείας.
Παρά το σημαντικό έργο του ο ταπεινός διδάσκαλος έμεινε σχεδόν άγνωστος στα νεώτερα χρόνια. Το 1994, με Συνοδική Απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία τον ανεκήρυξε άγιο και ενέταξε το μεγάλο διδάσκαλο του Γένους στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Μετά τους εφόρους και προστάτες αγίους της Πάτμου, τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Ιωάννη και τον Όσιο Χριστόδουλο το Λατρηνό, μόνο το διδάσκαλο Μακάριο θα μπορούσαμε να τοποθετήσουμε ως συνέχειά τους πνευματική και να τον θωρήσουμε κλέος και δόξα της νήσου.
Ιερό χρέος όλων μας, ιερό χρέος της Πάτμου αποτελεί η απόδοση τιμής στο σοφό και μέγα διδάσκαλο του Γένους ιεροδιάκονο Μακάριο Καλογερά ο οποίος στα χρόνια του έγινε ευαγγελιστής της παιδείας και της πνευματικής αναγέννησης του νέου ελληνισμού. Η πνευματική προσφορά του αποτέλεσε αληθινό ανάθημα στον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία.
Χρέος όλων μας αποτελεί επίσης η αναγνώριση της σπουδαιότητας της Σχολής του, της πολυφήμου Πατμιάδας Εκκλησιαστικής Σχολής.
Άλλωστε, μετά το Ιερό Σπήλαιο και την Ι. Μ. του Ευαγγελιστού Ιωάννη, δεν υπάρχει άλλο καθίδρυμα στο νησί με ανάλογη αξία και προσφορά. Αυτός ο πνευματικός φάρος τον οποίο άναψε ο Μακάριος, φώτισε την ορθόδοξη χριστιανοσύνη της Ανατολής, συναγωνίσθηκε όλα τα σύγχρονα σχολεία της εποχής του, τα ξεπέρασε σε φήμη και απόδοση και κατέκτησε τίτλους που εκείνα ποτέ δεν γνώρισαν.
Εμείς, τα τέκνα και συνεχιστές του έργου του διδασκάλου Μακαρίου, ας παραδειγματιστούμε από την αγιασμένη βιωτή του και ας αγωνιστούμε να γίνουμε άξιοι μιμητές του, «δαπανώμενοι μάλλον ή δαπανώντες τους ημίν προσφοιτώντας».
Σήμερα, μπροστά στην Αγία Κάρα του, ας του ζητήσουμε να συνεχίσει, επί έτη πολλά να κατευθύνει τα βήματα της Σχολής του, της παλαιφάτου Πατμιάδας Εκκλησιαστικής Σχολής.