patmosweb330

elin330

aegeanlab

Highlights

Ὁ Μονοκέφαλος Ἀετός: Ἀπὸ τὴν Αὐτοκρατορικὴν Ἰσχὺν στὸ Θεολογικὸ Σύμβολο τῆς Πάτμου

 MONOKEFALOS AETOS



 

 

τοῦ Ἀρχιμ. Ἀντίπα Νικηταρᾶ, Δρ. Θεολογίας, πρώην Πατριαρχικοῦ Ἐξάρχου Πάτμου

 


Εἰσαγωγή


ἀετὸς ἀποτελεῖ ἀρχαιότατο σύμβολο ἐξουσίας καὶ ἰσχύος, πού ὑπάρχει ἤδη ἀπὸ τὴν κλασικὴ ἀρχαιότητα. Ὡς μονοκέφαλος ἀετὸς ἐμφανίζεται στὴν ρωμαϊκὴ παράδοση (οἱ λεγεῶνες ἔφεραν τὸν ἀετὸν ὡς λάβαρο) καὶ διατηρεῖται στὴν βυζαντινὴ περίοδο, μέχρι τὴν εἰσαγωγὴ τοῦ δικέφαλου ἀετοῦ. Ὁ δικέφαλος ἀετὸς καθιερώνεται ἐπισήμως ἀπὸ τὸν Μιχαὴλ Η΄ Παλαιολόγο μετὰ τὴν ἀνακατάληψη τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1261), συμβολίζοντας τὴν ἐποπτεία ἀνατολῆς καὶ δύσεως τοῦ ἀνασυσταθέντος Βυζαντινοῦ κράτους. Πριν ἀπὸ αὐτὴν τὴ μεταβολή, τὸ βυζαντινὸ ἔμβλημα ἦταν ὁ ῥωμαϊκὸς μονοκέφαλος ἀετὸς, γεγονός ποὺ καταδεικνύει ὅτι ὁ μονοκέφαλος προηγεῖται ἱστορικῶς.


Στὴ μεσαιωνικὴ ἑλληνικὴ πραγματικότητα, ὁ δικέφαλος ἀετὸς ταυτίστηκε κυρίως μὲ τὴν αὐτοκρατορικὴ ἐξουσία τῆς Ἀνατολῆς (Βυζάντιο) καὶ ὕστερον ἐνσωματώθηκε καὶ στὴν ἐκκλησιαστικὴ Ἡγεσία (π.χ. Πατριαρχεῖο) ὡς σύμβολο συνέχειας τῆς Ῥωμανίας. Ἐν τούτοις, ὑπῆρξαν καὶ περιπτώσεις ποὺ ὁ μονοκέφαλος ἀετὸς διατηρήθηκε ἐπίσημα. Χαρακτηριστικὸ εἶναι τὸ παράδειγμα τῆς Αὐτοκρατορίας τῆς Τραπεζοῦντας: οἱ Κομνηνοὶ τῆς Τραπεζοῦντας, ἀρχικά, ὑιοθέτησαν τὸν δικέφαλο ἀετὸ ὡς ἔμβλημα, ὡστόσο ὁ αὐτοκράτωρ Ἰωάννης Β΄ Κομνηνὸς ὑποχρεώθηκε, κατά τὴν ἐπίσκεψή του στὴν Κωνσταντινούπολη (1282), νὰ ἀφαιρέσει τὰ δικέφαλα ἀυτοκρατορικὰ σύμβολα ἀπὸ τὴν ἐνδυμασία του. Μετὰ δὲ τὸν γάμο του, τοῦ ἐπετράπη νὰ χρησιμοποιεῖ πάλι τὰ αὐτοκρατορικὰ διακριτικά, ἀλλὰ πλέον μὲ ἀετὸ μονοκέφαλο ἀντὶ δικέφαλου. Αὐτὴ ἡ συμβολικὴ «ὑποβάθμιση» τοῦ ἀετοῦ στόχευε στὸν διαχωρισμὸ τοῦ κράτους τῆς Τραπεζοῦντας ἀπὸ τὴν βασιλεύουσα Ῥωμανία.


Ἀπὸ πλευρᾶς ἱστορικῆς τεκμηρίωσης, ὁ μονοκέφαλος ἀετὸς ἐμφανίζεται ἐξαιρετικὰ πρόωρα στὸν ἑλληνισμὸ τοῦ Πόντου. Νομίσματα τῆς Σινώπης (4ος αἰ. π.Χ.) φέρουν παράσταση μονοκέφαλου ἀετοῦ, δεῖγμα ὅτι οἱ Ἕλληνες τοῦ Πόντου τὸν εἶχαν ὡς ἔμβλημα δύναμης καὶ κύρους ἀπὸ τὰ βάθη τῶν χρόνων. Ἐπομένως, ὁ μονοκέφαλος ἀετὸς διατηρεῖ μιὰ συνεχή παρουσία, ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα μέχρι τοὺς βυζαντινοὺς χρόνους, ὡς σύμβολο κοσμικῆς ἐξουσίας. Ἡ διαφοροποίησή του ἀπὸ τὸν δικέφαλο συνίσταται κυρίως στὸ ὅτι ὁ δικέφαλος συνδέθηκε ἀποκλειστικότερα μὲ τὴν ἀυτοκρατορικὴ ἰδεολογία τοῦ Βυζαντίου καὶ τὴν μετὰ τὸ 1204 πολιτικὴ θεώρηση ἑνὸς κράτους ποὺ ἐποπτεύει δύο κόσμους (ἀνατολικὸ καὶ δυτικὸ). Ἀντιθέτως, ὁ μονοκέφαλος ἀετὸς μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὡς τὸ «ἁπλοῦστερο» καὶ παλαιότερο σύμβολο, τὸ ὁποῖο ἐνσωματώθηκε ὄχι μόνον στὴν κοσμικὴ σφαίρα ἀλλὰ καὶ στὴν θρησκευτικὴ παράδοση.


Ὁ Ἀετὸς ὡς Σύμβολο τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου


Ἡ σύνδεση τοῦ ἀετοῦ μὲ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη πηγάζει ἀπὸ τὴν παλαιοχριστιανικὴ ἑρμηνευτικὴ παράδοση καὶ τὴ συμβολικὴ ἀπεικόνιση τῶν τεσσάρων Εὐαγγελιστῶν, γνωστὴ ὡς "Τετράμορφο". Αὐτὴ ἡ παράδοση ἔχει τὶς ρίζες της στὸ ὅραμα τοῦ προφήτη Ἰεζεκιὴλ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅπου περιγράφονται τέσσερα ζωντανὰ πλάσματα γύρω ἀπὸ τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ, μὲ πρόσωπα ἀνθρώπου, λιονταριοῦ, βοδιοῦ καὶ ἀετοῦ (Ἰεζεκιὴλ 1:10). Τὸ ὅραμα αὐτὸ ἐπαναλαμβάνεται καὶ στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη (Ἀποκάλυψη 4:7), γεγονὸς ποὺ ἔκανε τὴ συμβολική του σημασία ἀκόμα πιὸ ἰσχυρή.


Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Εἰρηναῖος τῆς Λυῶν καὶ ὁ Ἱερώνυμος, ἀπέδωσαν καθένα ἀπὸ αὐτὰ τὰ σύμβολα σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς τέσσερις Εὐαγγελιστές, μὲ βάση τὸν ἰδιαίτερο θεολογικὸ χαρακτῆρα τοῦ κάθε Εὐαγγελίου.³


Ὁ Ἄνθρωπος (ἢ Ἄγγελος) ἀποδόθηκε στὸν Ματθαῖο, γιατί τὸ Εὐαγγέλιό του ξεκινᾶ μὲ τὴ γενεαλογία τοῦ Χριστοῦ.
Τὸ Λιοντάρι, σύμβολο δύναμης καὶ βασιλικῆς ἐξουσίας, ἀποδόθηκε στὸν Μᾶρκο, καθὼς τὸ Εὐαγγέλιό του ἀρχίζει μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου στὴν ἔρημο («φὼνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ»).
Τὸ Βόδι (ἢ μοσχάρι), σύμβολο θυσίας, ἀποδόθηκε στὸν Λουκᾶ, τοῦ ὁποίου τὸ Εὐαγγέλιο ξεκινᾶ μὲ τὴν ἀναφορὰ στὴ θυσιαστικὴ ὑπηρεσία τοῦ Ζαχαρία στὸν Ναό.
Ἀετὸς ἀποδόθηκε στὸν Ἰωάννη γιὰ λόγους ποὺ σχετίζονται μὲ τὸν ὑψηλό, «ἱπτάμενο» θεολογικό του λόγο. Ὁ ἀετὸς εἶναι τὸ μόνο πλάσμα πού, σύμφωνα μὲ τὴν ἀρχαία παράδοση, μπορεῖ νὰ πετάξει στὰ ὕψη καὶ νὰ κοιτάξει τὸν ἥλιο χωρὶς νὰ τυφλωθεῖ. Ἀντίστοιχα, ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὁ «Θεολόγος», μὲ τὸν πρόλογο τοῦ Εὐαγγελίου του («Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος...»), ὑψώνεται πάνω ἀπὸ τὰ γήινα καὶ τὰ ἀνθρώπινα, διεισδύοντας στὰ βαθύτερα μυστήρια τῆς θεότητας τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἁγίας Τριάδας.⁴ Τὸ «πνευματικό» του Εὐαγγέλιο, σὲ ἀντίθεση μὲ τὰ «Συνοπτικὰ» Εὐαγγέλια, πετᾶ στὰ θεολογικὰ ὕψη, ἀκριβῶς ὅπως ὁ ἀετὸς κυριαρχεῖ στοὺς αἰθέρες. Ἔτσι, ὁ ἀετὸς ἔγινε τὸ κατ' ἐξοχὴν σύμβολο τοῦ ὑψηλοῦ, θεόπνευστου καὶ διεισδυτικοῦ λόγου τοῦ Ἰωάννη.


Τὸ Ἔμβλημα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου
Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὴν Πάτμο – στὸν τόπο ὅπου ὁ Ἀπόστολος Ἰωάννης ἔζησε τὴν ὅραση τῆς Ἀποκαλύψεως – ἔχει ὡς ἔμβλημά της τὸν μονοκέφαλο ἀετό. Τὸ εἰκόσημο (δηλαδὴ τὸ ἑραλδικὸ/συμβολικὸ σήμα) τῆς Μονῆς ἀπεικονίζει ἕναν ἀετὸ μὲ ἀνοιχτὰ τὰ φτερά, ὁ ὁποῖος παραπέμπει ἄμεσα στὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη καὶ στὴν ἐξαιρετικὴ Ὁρθόδοξη παράδοση ποὺ τὸν συνοδεύει. Ἡ χρησιμοποίηση μονοκέφαλου – καὶ ὄχι δικέφαλου – ἀετοῦ ἐδῶ δὲν εἶναι τυχαία: ἀφενὸς τιμᾷ τὸν προστάτη Ἅγιο τῆς Μονῆς, ἀφετέρου διαχωρίζει τὸ θεολογικὸ καὶ πνευματικὸ νόημα τοῦ ἀετοῦ ἀπὸ τὴν καθαρά κοσμικὴ/αὐτοκρατορικὴ σημασία τοῦ δικέφαλου. Ἐνῷ ὁ δικέφαλος ἀετὸς στὸν ὀρθόδοξο κόσμο συμβολίζει περισσότερο τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν αὐτοκρατορία μαζί (λόγω τῆς βυζαντινῆς παρακαταθήκης), ὁ μονοκέφαλος ἀετὸς τῆς Μονῆς Πάτμου ἐστιάζει στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰωάννου καὶ στὴν οὐράνια διάσταση τῆς θεολογίας του.


Ἡ συμβολικὴ σημασία αὐτοῦ τοῦ εἰκοσύμβολου εἶναι πολυεπίπεδη. Πρῶτα, ὁ ἀετὸς δηλώνει ὅτι ἐδῶ φυλάσσεται καὶ διαδίδεται ἡ διδασκαλία τοῦ Ἰωάννου. Ἡ Μονὴ τοῦ Θεολόγου, ὡς κιβωτὸς τῆς Ἀποκαλύψεως, ἀναγνωρίζει στὸ πρόσωπο τοῦ ἀετοῦ τὸν “ἱερὸ κήρυκα” ποὺ πετά μὲ τοὺς λόγους του ἀπὸ τὴν γῆ πρὸς τὸν οὐρανό. Παράλληλα, ὁ ἀετὸς τῆς Πάτμου μπορεῖ νὰ θεωρηθῆ ὡς σύμβολο τοῦ πνευματικοῦ ὕψους καὶ τῆς ἀποκάλυψης τῶν θείων μυστηρίων. Ὁ Ἰωάννης ἀνελήφθη νοερὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ (κατὰ τὴν ὅραση τῆς Ἀποκαλύψεως) ὅπως ἀκριβῶς ὁ ἀετὸς πετά ψηλὰ στὸν οὐρανό. Τὸ ἴδιο τὸ νησὶ τῆς Πάτμου ἐνίοτε ἀναφέρεται ποιητικὰ ὡς “ἡ νῆσος τοῦ ἀετοῦ”, ἐπειδὴ ἐκεῖ ὁ Θεολόγος εἶδε ὅσα “ἀετὸς οὐράνιος” μπορεῖ νὰ δεῖ.


Πέρα ἀπὸ τὴν ἀναφορὰ στὸν Ἅγιο, ὑπάρχει καὶ μία βαθύτερη πνευματικὴ ἐρμηνεία τοῦ συμβόλου τοῦ ἀετοῦ. Στὴν χριστιανικὴ συμβολογραφία, ὁ ἀετὸς δύναται νὰ συμβολίζει τὸν Χριστό, καθὼς καὶ τὴν μετὰ βάπτισμα νέα ζωὴ τῆς χάριτος. Αἰτία αὐτοῦ τοῦ συμβολισμοῦ εἶναι ἡ παράδοση ὅτι ὁ ἀετὸς ἀνανεώνει τὰ πτερά του: στὸν Ψαλμὸ 103,5 ἀναφέρεται “νεότητα σου ἀνακαινίζεται ὡς ἀετοῦ”, δηλ. ἡ νεότης σου θὰ ἀνανεωθῇ ὅπως τοῦ ἀετοῦ. Οἱ Πατέρες ἐξηγοῦν ὅτι ὁ ἀετὸς, ὅταν γεράσει, πετᾷ ψηλὰ πρὸς τὸν ἥλιο, καίγονται τὰ παλαιὰ τοῦ φτερά, καὶ ἔπειτα καταδύεται σὲ μιὰ πηγὴ νεροῦ βαπτιζόμενος τρεῖς φορές – ἀναδύεται μὲ νέο, ἀνανεωμένο πτέρωμα. Ἀνάλογα καὶ ὁ ἀνθρωπος τοῦ Θεοῦ, διὰ τοῦ βαπτίσματος καὶ τῆς θείας χάριτος, ἀποβάλλει τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο καὶ ἐνδύεται τὸν καινό, ἔχοντας τὸν Χριστὸ (τὸν “Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης”) ὡς πηγὴ ζωής. Ἔτσι, ὁ ἀετὸς γίνεται τύπος τῆς ἀναστάσεως καὶ τῆς πνευματικῆς ἀναγέννησης.


Γι’ αὐτοὺς τοὺς λόγους, τὸ ἐμβλημα τοῦ μονοκέφαλου ἀετοῦ στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Θεολόγου Πάτμου δὲν εἶναι μόνο ἕνα ἱστορικὸ ή διακοσμητικὸ στοιχεῖο, ἀλλὰ ἕνα θεολογικὸ σύμβολο μὲ ζωντανὸ μήνυμα. Συνδέει τὴ μονὴ καὶ τὴν ἀδελφότητά της μὲ τὸν ἐπουράνιο κόσμο τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννου, ὑπενθυμίζοντας ὅτι ὁ στόχος τῆς μοναχικῆς καὶ θεολογικῆς ζωῆς εἶναι νὰ ἀνατάσσεται ἡ ψυχή πρὸς τὰ ἄνω, “ὡς ἀετὸς” πετομένη πρὸς τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ.

 

 

Βιβλιογραφία
Smith, William. A Dictionary of Greek and Roman Antiquities. London: John Murray, 1875.
Soloviev, A.V. "Les emblèmes héraldiques de Byzance et les Slaves." Seminarium Kondakovianum 7 (1935): 119–164.
Male, Émile. The Gothic Image: Religious Art in France of the Thirteenth Century. Translated by Dora Nussey. New York: Harper & Row, 1958.
Ἀγουρίδης, Σάββας. Εἰσαγωγὴ εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην. Ἀθῆναι: Ἐκδόσεις Γρηγόρη, 1991.
Κουτελάκης, Χάρης. "Σφραγῖδες τῆς Μονῆς Πάτμου." Εἰς Πάτμος, ἡ Ἀποκάλυψις τῆς Ἱστορίας καὶ τοῦ Πολιτισμοῦ. Ἀθῆναι: Ἐκδόσεις Μίλητος, 2010.
Κωνσταντῖνος Χιονίδης, «Ὁ Μονοκέφαλος Ἀετός», Ποντιακή Ἑστία 49 (1983)
Ἐλένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, Γιατί τό Βυζάντιο (Ἀθήνα 2009), σ. 141.
Ἱερομόναχος Ῥαφαήλ Μισιαούλης, «Ἀπόστολε, Χριστῷ τῷ Θεῷ ἠγαπημένε» (Πεμπτουσία, 26/9/2023).
Ἀρχιμανδρίτης Τυχικὸς Κ. (πρώην Ἱερά Μονὴ Σίμωνος Πέτρας), «Ἡ συμβολικὴ μορφὴ τῶν Εὐαγγελιστῶν» (Πεμπτουσία, 14/11/2014)
Ἀλέξανδρος Κωστῆς, «Τὰ ἱερὰ σύμβολα τῶν τεσσάρων Εὐαγγελιστῶν» (ἐφημ. Ἀλήθεια, 2018).
Στέλλα Μουζακιώτου, «Ὁ συμβολισμὸς τοῦ ἀετοῦ στὴν μεταβυζαντινὴ τέχνη» (περ. Αρχαιολογία, 2020). 

 

ANTIPAS STAVROS

Το εγκόλπιο- Σταυρός με τον μονοκέφαλο αετό που δωρήθηκε στον άγιο καθηγούμενο αρχ. Κύριλλο.