patmosweb330

elin330

aegeanlab

Life Style

B' ΜΕΡΟΣ: Οι περιπέτειες των προτομών των ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας στην πλατεία Κολωνακίου.

XANTHOS FOTO

 

 

(B' ΜΕΡΟΣ)  

του Ζέφυρου Καυκαλίδη  συγγραφέα - νομικού.  

 

 

Τελικά, η προτομή του Ξάνθου επανήλθε στον τόπο του αλλά όχι στην ίδια σειρά με τους Σκουφά και Τσακάλωφ. Τοποθετήθηκε κάτω από μια καχεκτική συστάδα δένδρων, στα δυτικά της πλατείας, χωρίς καν να αναγράφεται το όνομα του. Στην ανατολική πλευρά, η χάλκινη προτομή του Αναγνωστόπουλου μόλις που διακρινόταν κι αυτή. Όπως προαναφέραμε, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης είχε πάρει τη θέση του ανάμεσα στους Σκουφά και Τσακάλωφ.


Αλλά γιατί η προτομή του Ξάνθου δεν φέρει το όνομά του;


Ο λόγος της έλλειψης αυτής οφείλεται στο ότι η αρχική τοποθέτηση της προτομής ήταν πάνω σε ψηλό βαθμιδωτό βάθρο στη βάση του οποίου αναγραφόταν το όνομα. Όταν αργότερα το βάθρο αφαιρέθηκε, η προτομή τοποθετήθηκε σε πολύ μικρότερη στήλη χωρίς να αναγραφεί εκ νέου το όνομα. 

 

SXEDIO PROTOMHS XANTHOS
Αλλά ας δούμε πως εξελίχθηκαν τα πράγματα. Ήταν Παραμονές Χριστουγέννων του έτους 1930 όταν, με κάθε επισημότητα, αποκαλύφθηκε το μνημείο του Ξάνθου το οποίο κοσμούσε, μόνον αυτό, την πλατεία Κολωνακίου. Παρόντες ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, ο Δήμαρχος Αθηναίων Σπύρος Μερκούρης, ο Πρόεδρος της Γερουσίας, πολιτικοί αρχηγοί και άνθρωποι των γραμμάτων. Υπήρξε, ωστόσο, ένα πρόβλημα. Ο τιμώμενος Εμμανουήλ Ξάνθος ήταν Δωδεκανήσιος και τα Δωδεκάνησα ήταν υπό κατοχή ιταλική! Με κανέναν τρόπο δεν έπρεπε να διαταραχθούν οι σχέσεις Ελλάδος Ιταλίας.

 

Γι αυτόν τον λόγο, και με κυβερνητική εντολή, είχε υποδειχθεί στους διοργανωτές να μην καλέσουν στην τελετή τα Δωδεκανησιακά σωματεία που μπορούσαν να προκαλέσουν επεισόδια με τις αντιδράσεις τους. Παρ’ όλα αυτά, τα σωματεία παρευρέθηκαν και κατέθεσαν τα στεφάνια τους, δείχνοντας εμφανώς την ενόχλησή τους. Αίσθηση προκάλεσε η ομιλία του Κωστή Παλαμά, ο οποίος εκπροσωπώντας την Ακαδημία Αθηνών, εξιστόρησε το έργο των Φιλικών.

 

Αλλά το κλίμα πυροδότησε ο αιγυπτιώτης Δωδεκανήσιος Ζ. Χαλκιάδης. Απευθύνθηκε προς τον Δήμαρχο Αθηναίων λέγοντας πως ο ίδιος γνωρίζει ότι αντιβαίνει τις αρχές των αρχαίων κατοίκων της Αθήνας να επιτρέπεται σε δούλους να γίνονται κομιστές αναθημάτων σε γεγονότα υπέρ της ελευθερίας. Δωδεκανήσιος αυτός, αισθάνεται δούλος του ιταλού κατακτητή. Και όμως! «Δούλος και εγώ, ευλαβώς συγκαταθέτω τον στέφανον προ του μνημείου», είπε ο Χαλκιάδης προκαλώντας θυελλώδη χειροκροτήματα από τους παριστάμενους.

 

Αλλά ποιος είχε την ιδέα να αναγερθεί μνημείο του Ξάνθου στην μέχρι τότε κενή αγαλμάτων πλατεία Κολωνακίου;

Ο γιατρός Σκεύος Ζερβός, ο Καλύμνιος αυτός εθνικός αγωνιστής και μεγάλος ευεργέτης, είχε προτείνει στους Αιγυπτιώτες Δωδεκανησίους να συνεισφέρουν ώστε να κατασκευαστεί άγαλμα του Εμμανουήλ Ξάνθου.

 

Πράγματι, παρ όλον που οι Αιγυπτιώτες ζήτησαν να αναλάβουν τον έρανο για το ποσό που χρειαζόταν, το ποσό που συγκεντρώθηκε τελικά δεν ξεπερνούσε τις 100 λίρες. Ο Ζερβός τότε κατέβαλε άλλες 100 εξ ιδίων, και το μνημείο, έργο του Θωμά Θωμόπουλου από πεντελικό μάρμαρο, ύψους τεσσάρων μέτρων, εγείρεται στην πλατεία. Στα πλευρά του αγάλματος, κατόπιν επιμονής του Ζερβού, χαράσσονται με χρυσά γράμματα τα ονόματα των δώδεκα νησιών.


Και τότε ξεσπά το διπλωματικό επεισόδιο. Η Ιταλία, κάτοχος από το 1911 της Δωδεκανήσου, με επίσημες διακοινώσεις και απειλές απαιτεί την απάλειψη των ονομάτων τους και η ελληνική κυβέρνηση υποτάσσεται. Έκπληκτοι οι παρευρισκόμενοι στην επίσημη τελετή των αποκαλυπτηρίων διαπιστώνουν ότι με «άνωθεν εντολή», είχαν απαλειφθεί, το προηγούμενο βράδυ, τα ονόματα των δώδεκα νησιών, τα οποία ο καλλιτέχνης είχε χαράξει στις πλευρές του βάθρου.


Για να εννοήσουμε, όμως, την προαναφερθείσα στάση της ελληνικής κυβέρνησης ως προς το μνημείο του Ξάνθου, πρέπει να κατανοήσουμε ποια ήταν η σχέση Ελλάδος - Ιταλίας εκείνη τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Με τους γείτονές της η Ελλάδα, μετά από μια σειρά καταστροφικά λανθασμένων διπλωματικών ενεργειών των ετών 1923-1928, βρισκόταν σε μεγάλη ένταση ιδιαίτερα με τη Γιουγκοσλαβία λόγω των συμφωνιών που είχαν γίνει επί δικτατορίας Πάγκαλου. Οι συμφωνίες αυτές προέβλεπαν ελεύθερη χρήση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης.

 

Η επιστροφή του Βενιζέλου στην πρωθυπουργία το 1928 βρήκε την Ελλάδα σε διεθνή απομόνωση. Η θέση του, θέση που κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής του, ήταν να συστήσει ρητώς στον ελληνικό λαό, με την πολιτική του διαθήκη, τη συνεννόηση με την Ιταλία. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1928 υπεγράφη στη Ρώμη από τους Βενιζέλο και Μουσολίνι το ελληνοϊταλικό Σύμφωνο «Φιλίας, Συνδιαλλαγής και Δικαστικού διακανονισμού». Το σύμφωνο αυτό, όπως προκύπτει από το άρθρο 3, είχε ευρεία έκταση και λίγο απείχε ενός συμφώνου συμμαχίας.

 

III Ξανθος μνημειο 1930

 

Ο έλληνας πρωθυπουργός είχε πετύχει από τη Ρώμη – ή έτσι τουλάχιστον νόμισε – αυτό που δεν πέτυχε με τη Γιουγκοσλαβία, η οποία σημειωτέον βρισκόταν σε έντονες διαμάχες με την Ιταλία. Η ασφάλεια των βορείων συνόρων της Ελλάδας δεν εξαρτιόταν πια από την Γιουγκοσλαβία, άρα δεν υπήρχε ανάγκη μιας ελληνοσερβικής συμμαχίας. Το πόσο λανθασμένη ήταν αυτή η βεβαιότητα το απέδειξε μέσα σε λίγα χρόνια η επιθετικότητα της Ιταλίας. Το μεγάλο, όμως, πρόβλημα στην τότε προσέγγιση μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας ήταν η κατοχή της Δωδεκανήσου από την τελευταία.

 

Οι προσπάθειες των Ιταλών φασιστών να εκλατινίσου τα νησιά ήταν εξόφθαλμη. Φοβόντουσαν οι Ιταλοί ότι ο Βενιζέλος θα έθετε θέμα για τα νησιά και την καταπίεση που επέβαλαν οι Ιταλοί στους κατοίκους τους. Και όμως ο Βενιζέλος βεβαίωσε τους πάντες, από τη Ρώμη, ότι δεν θα έθετε το παραμικρό ζήτημα σχετικά με την ελληνικότητά τους. Συγκεκριμένα σε μια συνέντευξή του σε Ιταλούς και Έλληνες δημοσιογράφους το δήλωσε ξεκάθαρα : Τέτοιο θέμα δεν υφίσταται μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, παρά μόνον μεταξύ Ιταλίας και Δωδεκανησίων! Η ελληνική γραμμή σ’ αυτό το θέμα ακολουθεί την ίδια πορεία με αυτό της Κύπρου. Μήπως η κατοχή της μεγαλονήσου είχε διαταράξει τις σχέσεις Ελλάδας-Αγγλίας; Καθόλου. Το ίδιο συμβαίνει και με την Ιταλία. Αυτή είναι η εξωτερική πολιτική της Ελλάδος και αυτή θα ανακοινώσει και στην ελληνική Βουλή.


Η δημοσιοποίηση της δήλωσης αυτής ξεσήκωσε σάλο στην πρωτεύουσα και η αντιπολίτευση με τον Παναγή Τσαλδάρη επέκρινε δριμύτατα αυτές τις θέσεις. Σε έκτακτη σύγκλιση του υπουργικού συμβουλίου στην Αθήνα, οι υπουργοί τηλεγράφησαν στον Βενιζέλο να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει την είδηση. Ο Βενιζέλος απάντησε τηλεγραφικώς επιβεβαιώνοντας τις θέσεις που είχαν δημοσιευτεί στις εφημερίδες. Γίνεται έτσι κατανοητός ο λόγος για τον οποίο η ελληνική κυβέρνηση δυσανασχέτησε με τις πράξεις του Ζερβού αναφορικά με το μνημείο του Ξάνθου και την αναγραφή των ονομάτων των δώδεκα νησιών. Η πολιτική ήταν : μην ενοχλείται την Ιταλία. Αυτή ήταν η γραμμή άσχετα αν δέκα χρόνια αργότερα οι Ιταλοί αρνήθηκαν να ανανεώσουν το σύμφωνο φιλίας και επιτέθηκαν στην Ελλάδα.

 


Πράγματι, η ελληνική κυβέρνηση υποχώρησε και τα ονόματα σβήστηκαν. Γράφει ο Σκεύος Ζερβός: « Η διαγραφή των ονομάτων κατόπιν των απειλών της Ιταλίας εκορύφωσε την γενικήν αγανάκτησιν και ο υποφαινόμενος, επωφελούμενος μιας χειμερινής καταιγίδος και κατακλυσμιαίας βροχής, εχάραξα εκ νέου τα ονόματα των Δωδεκανήσων εις τα πλευρά του μαρμαρίνου μνημείου. Δεν παρήλθον όμως δέκα πέντε ημέραι και η Κυβέρνησις αποκλείσασά με εις την οικίαν μου δια μιας τριακοντάδος χωροφυλάκων, κατόπιν νέων εντόνων διαμαρτυριών και φοβερών απειλών της Ιταλίας, διέγραψε και πάλι ταύτα και εξηφάνισεν αυτά. Τούτο επανελήφθη δύο, τρείς φοράς έως ότου η κήρυξις του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου μου επέτρεψε να χαράξω τελικώς πλέον ταύτα εκεί, όπου έκτοτε ευρίσκονται ανέπαφα, άθικτα και ιερά».


Ο Σκεύος Ζερβός είχε δίκιο. Η Ιταλία κήρυξε τον πόλεμο καταπατώντας κάθε σύμφωνο φιλίας και συνεργασίας. Ο Βενιζέλος, βέβαια, δεν ζούσε πια. Είναι γεγονός ότι όταν ο Ζερβός έμαθε τη συμφωνία που είχε υπογράψει με τον Μουσολίνι, πήγε στα Χανιά να τον βρει και να παραπονεθεί. «Είναι ξηρά και άγονα νησιά», του είπε ο μέγας Κρητικός, «δεν αξίζει τον κόπο». Ο Ζερβός πικράθηκε τότε αλλά αρνήθηκε να εγκαταλείψει τον αγώνα και ο Βενιζέλος αναγκάστηκε να τον αποκλείσει από τις τότε βουλευτικές και γερουσιαστικές εκλογές. Όταν όμως η Δωδεκάνησος ενώθηκε με την Ελλάδα το 1947, ο Καλύμνιος αγωνιστής πήρε πίσω την πίκρα του. Τηλεγράφησε στο Δήμαρχο Χανίων να πάει στο Ακρωτήρι και να διαβάσει στον τάφο του εθνάρχη το εξής τηλεγράφημα:

 

Η Δωδεκάνησος ηλευθερώθη! Ηλευθερώθη η Δωδεκάνησος, κύριε Πρόεδρε. Ακούτε; Μου τηλεγραφεί ο Σκεύος Ζερβός για να χαρείτε!
Επανερχόμενοι στο ζήτημα της ανώνυμης σήμερα προτομής, αναρωτιόμαστε πότε θα δεήσει η δημοτική αρχή να αποκαταστήσει το όνομα του άξιου αυτού Δωδεκανήσιου, για τον οποίο ο Ιωάννης Φιλήμων, επανορθώνοντας την αρχική αδικία σε βάρος του, έγραψε: «Αν μη υπήρχον εν μεν ταις ηγεμονίαις Λεβέντης, Ρίζος Νερουλός και Δημήτριος Θέμελης, εν δε Πετρουπόλει, Ξάνθος, εν δε Μόσχα, Κομιζόπουλος και Πατσιμάδης, εν δε Κωνσταντινουπόλει Σέκερης, Κύριος οίδε τίνα θα ελάμβανον τύχη τα πράγματα».

 


Ο Ξάνθος επανειλημμένως διέσχισε τα εδάφη της Ρωσίας, τη Βαλκανικής και της Ευρώπης αντιμετωπίζοντας για τους σκοπούς της Εταιρείας αμέτρητους κινδύνους και φέρνοντας σε πέρας με επιτυχία το έργο που του είχε ανατεθεί. Βοήθησε άμεσα στο να ορισθεί ο Αλέξανδρος Υψηλάντης αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας και της Ελληνικής Επανάστασης. Ήταν εκείνος που έσωσε την κατάσταση όταν με δική του πρωτοβουλία ακύρωσε τις διαταγές του πρίγκιπα - για έναρξη της επανάστασης στις 15 Νοεμβρίου 1820 - οι οποίες ήταν επακόλουθο εσφαλμένων πληροφοριών. Ο Ξάνθος, όταν ο Υψηλάντης περνά τον Προύθο και κηρύσσει επιτέλους την έναρξη του αγώνα, γίνεται πράκτορας στρατολογίας στη Βεσαραβία συντονίζοντας και προμηθεύοντας το στρατό των Φιλικών.

 

Στους άντρες που σκόπευαν να διεκπεραιωθούν στη Μολδοβλαχία έδινε τα αναγκαία χρηματικά ποσά, με τα οποία θα δωροδοκούσαν τους Ρώσους σκοπούς των συνόρων, για να τους αφήσουν να περάσουν. Και είναι εκείνος που συνέτρεξε οικονομικά, με τα λίγα χρήματα της εθνικής κάσας που έφερε μαζί του, τους εκατοντάδες εξαθλιωμένους ομογενείς, οι οποίοι περιπλανιόνταν ρακένδυτοι στις πεδιάδες της Ουγγαρίας, μετά τη συντριβή του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Ο ίδιος ο Ξάνθος ομολογεί ότι έφτασε στην Ιταλία σχεδόν άφραγκος.


Σήμερα όλες οι προτομές έχουν αποσυρθεί από την πλατεία. Τα έργα του μετρό προχωρούν.

Κάθε Έλληνας, που αισθάνεται βαθιά μέσα του την ιστορία του έθνους του, εύχεται, στη νέα πλατεία που θα αναδυθεί, να προβληθεί όπως της αξίζει και στην πρέπουσα θέση, η προτομή ενός ανθρώπου του οποίου η δράση μας επέτρεψε σήμερα να ζούμε ελεύθεροι.

 

 

(συνεχίζεται)