Είναι δυνατόν να ζητάμε την στήριξη των ντόπιων επιχειρήσεων από τους καταναλωτές όταν αρκετές από τις επιχειρήσεις απασχολούν αλλοδαπούς εργαζόμενους και μένουν άνεργοι οι ροδίτες;
Το ερώτημα αυτό, θέτει προς την διοίκηση του Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου, το μέλος του διοικητικού συμβουλίου κ. Παναγιώτης Τοκούζης, με αφορμή τους προβληματισμούς και τις συζητήσεις για την οικονομική κρίση που ταλανίζει την αγορά.
Πρώτα θα πρέπει εμείς οι επαγγελματίες να στηρίξουμε τους ντόπιους εργαζόμενους για να μπορέσουν κι αυτοί να μας στηρίξουν, αναφέρει στην επιστολή του ο κ. Τοκούζης, θέτοντας ένα ζήτημα, που όντως αποτελεί αντικείμενο συζήτησης και προβληματισμού.
Πρέπει οι επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν ντόπιους εργαζόμενους και να μην ενισχύουν την αδήλωτη-ανασφάλιστη εργασία, η οποία συντελεί στην αύξηση της ανεργίας, αναφέρει μεταξύ άλλων ο κ. Τοκούζης.
Ειδικότερα, τονίζει τα εξής:
"Κύριοι,
Στην τελευταία συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΒΕΔ ένα από τα πλέον σοβαρά θέματα της ημερήσιας διάταξης ήταν η «Οικονομική Κρίση στην Αγορά».
Ως μέλος του ΕΒΕΔ από το 1998 οφείλω να σχολιάσω την προχειρότητα που αντιμετωπίζονται από τη Διοίκηση κάποια ζητήματα στις συνεδριάσεις του ΔΣ, σε σχέση με αυτό που ίσχυε στο παρελθόν. Τα θέματα που απασχολούν την τοπική κοινωνία συζητούνται χωρίς καμία εισήγηση και χωρίς κανέναν προγραμματισμό εκ μέρους της Διοίκησης.
Η εύκολη λοιπόν λύση και μοναδική πρόταση εκ μέρους της, ήταν η «αναβίωση» της παλιάς καμπάνιας «Παπούτσι από τον τόπο σου» ενδεχομένως σε μια άλλη μορφή.
Αυτό που δεν έχουμε συνειδητοποιήσει είναι ότι για να στηρίξει ο ντόπιος καταναλωτής την τοπική αγορά θα πρέπει και αυτός με τη σειρά του να στηρίζεται από τις ντόπιες επιχειρήσεις.
Αν η πλειονότητα των επιχειρηματιών απασχολούν αλλοδαπούς εργαζόμενους, τότε πώς θα τονωθεί οικονομικά ο ντόπιος καταναλωτής;
Όταν αυτός δεν διαθέτει καν χρήματα αφού το ποσοστό ανεργίας είναι πολύ μεγάλο, τότε πώς έχουμε την αξίωση να μας προτιμήσει;
Μήπως τον προτιμήσαμε εμείς όταν προσλαμβάναμε αλλοδαπούς;
Για να γίνω πιο σαφής προτείνω να γίνει μια καμπάνια ενημέρωσης των ντόπιων επιχειρηματιών ως προς την αναγκαιότητα προσφοράς εργασίας σε ντόπιους εργαζόμενους όλων των ειδικοτήτων.
Να στηριχτούν εμπράκτως οι άνθρωποι, από τους οποίους ζητάμε το άδειο έτσι κι αλλιώς πορτοφόλι τους.
Πρώτοι εμείς οι επαγγελματίες του κλάδου οφείλουμε να στηρίξουμε εργασιακά τον ντόπιο εργαζόμενο.
Στο χέρι μας είναι να πάρουμε την κατάσταση -στο βαθμό που είναι δυνατόν -στα χέρια μας.
Να προσλαμβάνουμε ντόπιους εργαζόμενους και να μην ενισχύουμε την αδήλωτη-ανασφάλιστη εργασία, η οποία συντελεί στην αύξηση της ανεργίας σε έναν τόπο που ήδη μαστίζεται από μια πρωτοφανή κρίση.
Για να ξεκαθαρίσω τη θέση μου και χωρίς ίχνος ρατσισμού . Δεν έχω κάτι κατά του νόμιμου αλλοδαπού που πασχίζει για το τίμιο μεροκάματο.
ʼλλωστε τόσο ο ίδιος-όπως και πολλοί άλλοι συντοπίτες μας-έχουμε υπάρξει οικονομικοί μετανάστες.
Γνωρίζουμε λοιπόν από πρώτο χέρι ότι οι εργασιακές θέσεις που κατέλαβαν οι Έλληνες τη δεκαετία του ΄50 και του ΄60 σε άλλες χώρες, κάλυπταν εργασιακά κενά κυρίως σε βιομηχανικές επιχειρήσεις.
Κληθήκαμε από τις χώρες αυτές προκειμένου να τους προμηθεύσουμε εργάτες. Απλούστατα γιατί χρειάζονταν τα εργατικά χέρια που οι ίδιοι δεν είχαν!
Αντιθέτως εμείς δίνουμε προτεραιότητα στον οικονομικό μετανάστη με αποτέλεσμα εκείνοι να έχουν καλύψει τις θέσεις σε όλους τους τομείς και οι ντόπιοι να μένουν στην ανεργία! Αναφέρομαι κυρίως στους εργαζόμενους από άλλες χώρες, που βαφτίζονται «Πρακτικά Ασκούμενοι» καταλαμβάνοντας τελικά μεγάλο αριθμό θέσεων εργασίας κυρίως στον Τουρισμό και ταυτόχρονα γίνονται θύματα εκμετάλλευσης αφού αντιμετωπίζονται σαν εργαζόμενοι χωρίς ωράρια, χωρίς ασφάλιση και με εξευτελιστικές αμοιβές. Είναι γνωστό ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις για τη νόμιμη πρακτική άσκηση σπουδαστών τουριστικών σχολών από χώρες της Ε.Ε. σε τουριστικές επιχειρήσεις.
Είναι επίσης γνωστό ότι τόσο στον εμπορικό όσο και στον κατασκευαστικό τομέα η συντριπτική πλειοψηφία των απασχολούμενων είναι αλλοδαποί.
Την ίδια λοιπόν στιγμή που καλούμε τον καταναλωτή να μην προτιμήσει τα προϊόντα μιας πολυεθνικής, εμείς προτιμούμε να προσλάβουμε έναν αλλοδαπό υπάλληλο από έναν ντόπιο.
Η προσπάθεια λοιπόν ανάκαμψης της αγοράς για να πετύχει πρέπει να είναι κοινή.
Όχι μόνο οι καταναλωτές, αλλά και οι καταστηματάρχες, οι οικοδόμοι, οι ξενοδόχοι και στο σύνολό τους οι εργοδότες οφείλουν να συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα της υποστήριξης και προώθησης του ντόπιου εργατικού δυναμικού.
Αν θέλουμε να ευημερούμε, πρέπει αναγκαστικά να ευημερούν πρώτα οι καταναλωτές, έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια σχέση αμοιβαίου σεβασμού. Πιστεύω ότι αν αποκατασταθεί η οικονομική δυσπραγία του ντόπιου καταναλωτή, αν αρχίσει το νερό της εργασίας να κυλάει στο αυλάκι, τότε θα αποκατασταθούν αυτές οι σχέσεις για τον απλούστατο λόγο ότι αυτό είναι το κοινό συμφέρον.
Μια υπό κατάρρευση οικοδομή, χρειάζεται γερή υποστύλωση για να μην ισοπεδωθεί.
Στην περίπτωσή μας γερή υποστύλωση φέρνουν οι καθαρές και τίμιες εργασιακές σχέσεις. Μόνο τότε θα δικαιούμαστε να μιλάμε για ντόπια προϊόντα. Και μάλιστα με πάθος.
Με εκτίμηση,
Παναγιώτης Τοκούζης
Μέλος ΔΣ ΕΒΕΔ"