patmosweb330

elin330

aegeanlab

Καταπέλτης για το Δήμο οι αποφάσεις Δικαστηρίου. Ακυρώνει τις αγωγές του Δήμου ως μη νόμιμες και θέτει εν αμφιβόλω και την περιουσία της Μονής.

monopatia

του Νίκου Μελιανού

Καταπέλτης για το Δήμο είναι οι αποφάσεις Δικαστηρίου, που ακυρώνει τις αγωγές του Δήμου ως μη νόμιμες και θέτει εν αμφιβόλω και την περιουσία της Μονής. Εκτός από το τσουνάμι απορριπτικών αποφάσεων τίθεται και μείζον πολιτικό οικονομικό και ηθικό ζήτημα. Ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο των εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ που ξοδεύτηκαν από τον Δήμο Πάτμου για τις αγωγές προς τους "καταπατητές" και από τους κατοίκους για να υπερασπιστούν την περιουσία τους; 

 
Ως κεραυνός εν αιθρία, μεσούντος του Φθινοπώρου και χωρίς να έχει εκδοθεί από την Μετεωρολογική υπηρεσία έκτακτο δελτίο θυέλλης, έσκασε η είδηση την οποία αποκλειστικά μεταδώσαμε, σχετική με την απόρριψη των 10 πρώτων αγωγών περίπου, που έκανε ο Δήμος διαχρονικά κατά κατοίκων του Κάμπου, κατηγορώντας τους, ότι καταπάτησαν δημοτική περιουσία (άσχετο αν και ο ίδιος ήταν καταπατητής της μοναστηριακής περιουσίας).


Όποιοι διάβαζαν Πατμιακά χρονικά, θ΄ αντιλαμβάνονταν τόσα χρόνια ότι την εξέλιξη αυτή την είχαμε προβλέψει, στα σχετικά ρεπορτάζ που κάναμε από το 2006, προτρέποντας τους δημοτικούς άρχοντες του τότε και εκείθεν να λύσουν το πρόβλημα επ΄ωφελεία των κατοίκων και του Δήμου.


Φαίνεται ότι ορισμένοι αγρόν ηγόρασαν ή μάλλον «υγρόν» και ως εκ τούτου προέβησαν σε ενέργειες δαπανώντας τεράστια ποσά – άραγε θα λογοδοτήσουν; - για να γίνει μια τρύπα στο νερό, φέρνοντας στο μυαλό μας το βαρέλι δίχως πάτο. Τι λέει όμως η ιστορία;


Όλα ξεκινούν από το 1088 όταν ο αυτοκράτωρ Αλέξιος Α΄ο Κομνηνός δωρίζει με χρυσόβουλο λόγο στον μοναχό Χριστόδουλο την Πάτμο και τα γύρω νησιά και όχι μόνο, κατά πλήρη κυριότητα και απαλλαγή φορολογικών επιβαρύνσεων αιωνίως. Ωσαύτως με χρυσόβουλο λόγο το 1292 ο αυτοκράτωρ Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος επικυρώνει και ανανεώνει όλες τις κτήσεις της Μονής και προβαίνει σε φορολογικές απαλλαγές, ενώ ο αυτοκράτωρ Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος επικυροί πάσας τα κτήσεις στην Πάτμο και στα νησιά καθώς και τις φορολογικές απαλλαγές των κτήσεων.


Ακολουθούν οι Οθωμανοί οι οποίο αναγνωρίζουν την ιδιοκτησία της Μονής αφού η Πάτμος δεν καταλήφθηκε ποτέ από τους Οθωμανούς με πολεμικές επιχειρήσεις, δεν ήταν δηλ. δορυάλωτη και με σχετικό φιρμάνι του 1454 του Μωάμεθ του Πορθητή αναγνωρίζεται η κυριότητα της επί των κτήσεων πληρώνοντας κάποιο φόρο. Ο ίδιος είχε στείλει δώρα στη Μονή .


Όμως το 1720 ένα έγγραφο το οποίο συνετάγη από το γραμματέα της τότε δημογεροντίας , φέρον 68 υπογραφές με τον ίδιο γραφικό χαρακτήρα δίνει τη δυνατότητα χρήσης και μόνο χρήσης μέρους του Bορείου τμήματος του στο Δήμο και στους αγρότες του, η γνησιότητα του οποίου ελέγχεται μη έχον αξία αφού σύμφωνα με τους ειδικούς εθεωρείτο «παραποιημένο» δηλαδή πλαστό.

 

Όμως η ανακάλυψη του πραγματικού εγγράφου πριν από λίγα χρόνια από τον υπεύθυνο της βιβλιοθήκης της Μονής κ. Γιάννη Μελιανό έδωσε άλλη διάσταση στην υπόθεση και ήλθε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους, αφού εκτός των άλλων ούτε σ΄ αυτό αναφέρεται ότι η Μονή παραχώρησε κυριότητα στο δήμο του μισού νησιού κάτι που φαίνεται από το γεγονός ότι στο πρωτότυπο δεν υπάρχει υπογραφή ηγουμένου και σφραγίδα Μονής. Άλλωστε η μελέτη και η δημοσίευση των Οθωμανικών εγγράφων της Μονής από ομάδα επιστημόνων επιβεβαιώνει το του λόγου το αληθές και φυσικά το νοταρικό γράμμα του 1720 ήταν αντίγραφο.

 

Βλέπετε δεν υπήρχε φωτοτυπικό την εποχή εκείνη, ούτε το ακριβές αντίγραφο. Πάντως βγαίνει ένα σπουδαίο συμπέρασμα ότι το νοταρικό γράμμα δεν έχει καμμία νομική ισχύ ως σύμβαση δωρεάς καθώς επίσης ότι κατά το χρόνο σύνταξης του κοινή ήταν η πίστη και η πεποίθηση ότι κύριος όλου του νησιού με βασιλική παραχώρηση ήταν μόνο η Μονή. Αυτό αναφέρεται και στο άρθρο 6 του Ν.1700/1987. Αξίζει δε πάντως να αναφερθεί ότι η μοναστηριακή περιουσία που είχε αποκτηθεί νόμιμα από τη βυζαντινή εποχή με αυτοκρατορική δωρεά – χρυσόβουλο , όχι μόνο παρέμεινε στην κυριότητα της και μετά την τουρκική κατάκτηση, αλλά εξαιρέθηκε και από την εφαρμογή των διατάξεων του κοινού δικαίου περί ακινήτων όντας μουλκ, έστω και αν κατά το κοινό Οθωμανικό δίκαιο δεν θα ήταν τέτοια.

Έτσι δεν αποτέλεσε αντικείμενο της διαδοχής του οθωμανικού δημοσίου με το Ιταλικό και του τελευταίου με το Ελληνικό . Ας μη τρέχουν λοιπόν τα σάλια, μετά το Δήμο και στο Ελληνικό Δημόσιο..


Μετά το Νοταρικό γράμμα υπήρξε μια ένοχη σιωπή και ένα status quo αφού τόσο η Μονή όσο και ο δήμος δεν φρόντισαν να τακτοποιήσουν το θέμα. Ωστόσο το 1999 ο δήμος υπέβαλε δήλωση στο κτηματολόγιο για την περιουσία του με αυτό το νοταρικό γράμμα, στην οποία μάλιστα αναφέρεται ότι η αιτία κτήσης από τη Μονή ήταν το χάρισμα που του έγινε εν ζωή. Εν ζωή όμως τίνος; Μήπως του Αλέξιου Κομνηνού ; Πόσο κοντά είναι το 1088 με το 1720 αλλά και το 1999;
Φυσικά το συγκεκριμένο νοταρικό γράμμα δεν εθεωρείτο γνήσιο. Το εφετείο Δωδ/σου το χαρακτηρίζει αόριστο, και ασαφές και όλες οι δήθεν κτήσεις του δήμου είναι έωλες.


Το ίδιο υπάρχει και σε άλλες τοποθετήσεις – ερμηνείες και σαν να μην έφθανε αυτό, άνοιξε και η όρεξη του ελληνικού δημοσίου, όταν ανιστόρητα οι υπεύθυνοι του δήμου δεν γνώριζαν ότι βάσει του άρθρου 1 του παραρτήματος ΧΙV της από το 10-2-1947 συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων η οποία κυρώθηκε με το υπ’ αριθμ. 423/194 Νομοθετικό διάταγμα, η περιουσία που είχαν οι Ο.Τ.Α περιέρχονται στο ελληνικό δημόσιο.


Συγχαρητήρια. Η Μονή όμως φρόντισε και κατοχύρωσε την περιουσία της με τον αναγκαστικό Νόμο 2200 /1940,με το Νόμο 2100/1952 και με τον υπ’αριθμ.3/2015 κανονισμό της εκκλησίας Δωδ/σου.
Ακόμη υπάρχει το έγγραφο του 1876 στο οποίο φαίνεται ότι η Μονή πληρώνει φόρο για τις ιδιοκτησίες της και όχι μόνο αυτό αλλά και το άρθρο 18 παράγραφος 8 του ελληνικού συντάγματος αναφέρεται στο αναπαλλοτρίωτο της αγροτικής ιδιοκτησίας της Μονής με εξαίρεση τα μετόχια.
Ακολούθησαν οι αγωγές κατά κατοίκων, οι δικηγόροι, τα έξοδα ένθεν κακείθεν και φθάσαμε στην ώρα μηδέν. Στην εκδίκαση αυτών των αγωγών, το σκεπτικό των οποίων ήταν ΚΑΤΑΠΕΛΤΗΣ για το Δήμο και τη δήθεν περιουσία του, ενώ αφήνει και αιχμές για την περιουσία της Μονής.


Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την υπ΄αριθμ. 533/2019 απόφαση του απέρριψε την αγωγή –αγωγές, διότι την έκρινε ως μη νόμιμη για τους εξής λόγους κομίζοντας ταυτόχρονα μαύρα μαντάτα σε Δήμο και Μονή.
Οι λόγοι του χαρακτηρισμού ως μη νόμιμη ήταν οι εξής: πρώτα- πρώτα το περίφημο πια νοταρικό γράμμα του 1720 δεν συνιστά κατά τύπο ή περιεχόμενο δωρεά εν ζωή και τίτλο κτήσεως της δημογεροντίας του Δήμου Πάτμου, ούτε συμβόλαιο, αλλά ήταν ένα είδος κανονισμού ορίων που υπεδείκνυε τα όρια, εν ονόματι της Ιεράς Μονής, δεν συνιστά ένσταση, αλλά άρνηση και αμφισβήτηση της κυριότητας των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος δήμου.


Είναι μη νόμιμη ιδιαίτερα ως προς το σκέλος που αφορά την κτήση της κυριότητας της Ιεράς Μονής με χρυσόβουλο λόγο και το νοταρικό γράμμα, διότι η διά χρυσόβουλου λόγου κτήση κυριότητας στηρίζεται όχι σε παράγωγο αλλά σε πρωτότυπο τρόπο χρησικτησία που συνοδεύεται από πράξεις νομής , οι οποίες αναφέρονται εντελώς αόριστα και ασαφώς στο δικόγραφο και δεν εισάγονται παραδεκτώς προς συζήτηση, ενώ το νοταρικό γράμμα δεν αποτελεί νόμιμο τίτλο ιδιοκτησίας , εν όψει του ότι η δικαιοπάροχος Μονή όταν παραχώρησε το επίδικο δεν είχε αποκτήσει ιδιοκτησία με βάση το χρυσόβουλο.

 

Ακολούθως αναφέρει πως είναι μη νόμιμη γιατί το σκέλος της που αφορά την αναγνώριση της κυριότητας της Ιεράς Μονής από το Οθωμανικό δημόσιο, γιατί ενώ αναφέρεται ως μουλκ (ιδιόκτητες γαίες) δεν επικαλείται την καταχώρηση του στο Οθωμανικό κτηματολόγιο, δεδομένου ότι οι μοναστηριακές περιουσίες που αποκτήθηκαν λόγω δωρεάς από τις Μονές διά χρυσοβούλου λόγου του αυτοκράτορα και ήταν ανέκαθεν προσαρτημένες στις Ιερές Μονές με πλήρη δικαιώματα κυριότητας με βάση τον οθωμανικό νόμο (περί γαιών) υπό την προϋπόθεση της καταχώρησης του στο Οθωμανικό κτηματολόγιο (defterhane) που αποτελούσε συστατικό τίτλο της επικαλούμενης κυριότητας, άλλως εξουσιάζονται με ταπί, με το όνομα του μοναχού, ανήκαν όμως στην κατηγορία των δημοσίων γαιών.

 

Ακόμη το σκέλος που αφορά την κτήση της κυριότητας με πράξεις νομής και κατοχής με βάση το βυζαντινό ρωμαϊκό, οθωμανικό δίκαιο, το οποίο δεν αναγνωρίζει το θεσμό της χρησικτησίας τις οποίες εκθέτει ασαφώς και αόριστα στο δικόγραφο και δεν συζητήθηκαν καν. Όσον αφορά τη θέση του Δήμου ότι τα πήρε με χρησικτησία, αυτό δεν ευσταθεί επειδή με βάση το ιταλικό δίκαιο οι εκτιθέμενες διακατοχικές πράξεις από τις οποίες προκύπτει ότι είναι δυνατή η κτήση κυριότητας επί πράγματος, δεν πληρούν την προϋπόθεση της εικοσαετίας στη φυσική εξουσία του πράγματος από το νομέα τους, με βάση τον Ιταλικό Α.Κ. του 1865.

 

Έτσι κρίνει το δικαστήριο ότι δεν πρέπει να εξεταστεί η κτήση της ιδιοκτησίας του δήμου με τους όρους του άρθρου 9 του Ν. 2100/1952, επειδή δεν μπορεί να κρίνει πέραν των αιτηθέντων και με βάση ένα τρόπο κτήσης που αρνείται η αγωγή του Δήμου κατά κατοίκων που είναι ο νόμιμος και τον οποίο δεν επικαλείται ο δήμος. Επομένως η αγωγή που κρίθηκε μη νόμιμη πρέπει να απορριφθεί.


Στην ουσία δηλ. ο δήμος έβαλε τα χέρια του και έβγαλε τα μάτια του, αφού σύμφωνα με τη νομική σκέψη της δικαστού, η αγωγή έπρεπε να ήταν περισσότερο ακριβής στα επιμέρους στοιχεία της, χωρίς ελλείψεις και χωρίς ασάφειες και ως εκ τούτου οι ελλείψεις αυτές τις κατέστησαν μη νομότυπες και απαράδεκτες λόγω αοριστίας. Συνεπώς η περιουσία του Δήμου βρίσκεται στον αέρα (δηλαδή δεν υπάρχει) αλλά υπάρχει πρόβλημα και με την περιουσία της Μονής.


Εν κατακλείδι αρχίζει ο αγώνας δήμου, Μονής. Ποιος θα πληρώσει τα «σπασμένα». Αν μας άκουγαν τόσα χρόνια που τα γράφαμε. Ίσως το «στερνή μου γνώση να σ΄είχα πρώτα» ταιριάζει στην περίπτωση. Άλλως ο Θεός και έφοροι της Ιεράς Μονής ας βάλουν το χέρι τους. Και επιτέλους η Δικαιοσύνη ας βγάλει μια οριστική και μόνιμη απόφαση για να μη φαίνεται ότι το ένα δικαστήριο λέει άλλα (δικαιώνει τη Μονή) και άλλο αντίθετα της αμφισβητεί την περιουσία.