patmosweb330

elin330

aegeanlab

Ρόμπερτ Λάξ Ο ποιητής που ήθελε να πεθάνει!

portaito 2της Σμαράγδας Μουλιάτη (εισήγηση για το ΙΔ΄συνέδριο της ΣΤΕΓΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ  

Ο ποιητής Ρόμπερτ Λάξ  Γεννήθηκε 30 Νοεμβρίου του 1915 στην πόλη OLIEN της Ν. Υόρκης. 

Με την ευκαιρία αυτή, τους μήνες Απρίλιο και Μάιο 2005 στο Μουσείο Μοντέρνας τέχνης του Μονάχου, προβαλλόταν σε ειδικό χώρο ντοκυμανταίρ αφιερωμένο στον Μπόμπ όπως τον αποκαλούν οι φίλοι του, με τίτλο ΤΑ ΤΡΙΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ με τη μοντέρνα μορφή installation.


Το ντοκυμαντέρ αυτό ήταν αποτέλεσμα της δεκάχρονης δουλειάς δύο Γερμανών ντοκυμαντεριστών, με θέματα από την ζωή του ποιητή στην Πάτμο. Οι δύο αυτοί ντοκυμαντεριστές τον ανακάλυψαν από μια εκπομπή Γερμανικού καναλιού κατά τη διάρκεια ταξιδιού τους στη Σαχάρα, όπου ο Ρόμπερτ Λάξ μιλούσε για το έργο του. Μόλις τον είδαν και τον άκουσαν, ήρθαν στην Πάτμο.
ΤΑ ΤΡΙΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ αποτελούσαν τρεις οθόνες σε ένα σκοτεινό δωμάτιο πάνω στις οποίες προβάλλονταν σε ροή φιλμ, εικόνες από τη ζωή του στο σπίτι του στην Πάτμο, και σε ένα ταξίδι του με τραίνο από την Ελβετία στην Ελλάδα.
Μόνιμη Έκθεση με έργα του, λειτουργεί επίσης στο Πανεπιστήμιο SAINT BONAVENTURE της Νέας Υόρκης, που βρίσκεται στη γενέτειρα πόλη του ΟΛΙΕΝ εκεί όπου δίδαξε Φιλολογία και Λογοτεχνία. Ο Ρόμπερτ Λάξ έφυγε από την Νέα Υόρκη στις αρχές του 60 γιατί η ζωή εκεί έχασε την αυθεντικότητα της όπως έλεγε και η κακή έννοια της προόδου τον έπνιγε. Αρχικά επισκέφθηκε την Μασσαλία. Έμεινε εκεί ένα μικρό χρονικό διάστημα και μετά ήρθε στην Ελλάδα. Έμεινε για λίγο στη Μυτιλήνη και μετά πήγε στην Κάλυμνο, όπου έμεινε 20 ολόκληρα χρόνια.
Από την Κάλυμνο αφού και κει η αυθεντικότητα και η γαλήνη που επιζητούσε ο Μπόμπ έχασε την δική του έννοια ήρθε στην Πάτμο, όπου έμεινε άλλα τόσα χρόνια, μέχρι που αδύναμος το 2000, επέστρεψε στην Αμερική, για να πεθάνει στη Γενέτειρα του.
Τον γνώρισα στην Κάλυμνο. Μου έκανε εντύπωση η διαφορετικότητα του συγκριτικά με τους άλλους ξένους. Κατάλαβα με τις πρώτες κουβέντες ότι ο ψηλός και οστεώδης ξένος με τα παιδικά γελαστά μάτια που τον φώναζαν Πέτρο, ζούσε σε ένα δικό του κόσμο, με αποστάσεις ποιητικές από τους υπόλοιπους.
Τις πολύ λίγες φορές που τον συνάντησα, διαπίστωσα ότι ζούσε σαν ερημίτης.
Τα παιδιά στην Κάλυμνο έμαθα, ότι τον αγαπούσαν και ήταν ο κυρίαρχος λόγος που γι αυτή την αγάπη ο Ρόμπερτ Λάξ θεωρούσε την Κάλυμνο την πιο όμορφη πατρίδα του.

Ο Μόσχος Λαγκουβάρδος μεταφραστής των έργων του και εκπρόσωπος του στην Ελλάδα, γράφει για τον Ρόμπερτ Λαξ.
«Όταν ανηφόριζε τα σκαλιά πηγαίνοντας σπίτι του, που βρίσκεται στην κορυφή του λόφου, τα παιδιά παρατούσαν ξαφνικά τα παιγνίδια τους και έτρεχαν κοντά του. Κρατούσαν τα χέρια του και περπατούσαν έτσι όλοι μαζί.
Τρία – τέσσερα παιδιά στο κάθε χέρι του και κάποιος πιτσιρικάς που δεν έχει το ίδιο ύψος περπατάει και αυτός κρατώντας τον από το παντελόνι του.
Σαν να είχαν πιάσει κάποιο θαυμάσιο άλμπατρος ή πελαργό και προχωρούσαν αμίλητα, χωρίς θεατρινίστικη επίδειξη και αστεία. Προχωρούν αμίλητα σοβαρά και ευτυχισμένα. Κι όταν κοντεύουν να φτάσουν στην πόρτα του, τότες ξαφνικά σαν κάποιος να έδωσε μυστικά το σύνθημα, λύνεται ο θαυμάσιος αυτός κόμπος της πιο όμορφης συντροφιάς. Και ξαναγυρίζουν στα παιγνίδια τους, με φωνές και με τραγούδια.
Μερικά τρέχουν φτιάχνουν ένα γκρούπ και παίρνουν πόζες περιμένοντας τον Ρομπέρτο να τα φωτογραφίσει, χωρίς μηχανή φυσικά.
Υπάρχουν και πιο προσωπικοί μικροί φίλοι του.
Αυτοί ή αυτός, ποιος ξέρει, έχουν το προνόμιο να περπατούν μόνοι μαζί του. Περπατούν πλάι στη θάλασσα, με τα χέρια στις τσέπες, απορροφημένοι στην κουβέντα τους . Τι να συζητούν άραγε;
Για τις ψαράδικες δουλειές για τα σφουγγάρια για τη θάλασσα;
Τα παιδιά της Καλύμνου δεν ήξεραν περιττές ή πλάγιες κουβέντες
Ο Ρόμπερτ Λάξ δεν είναι μόνο ένας άνθρωπος αφιερωμένος ολοκληρωτικά στην ποίηση, αλλά και μια ψυχή μάλαμα.
Ένας άγιος με παιδική καρδιά.
Μετά από 20 χρόνια ζωής στην Κάλυμνο έφυγε, γιατί είχαν αρχίσει να τον ενοχλούν τα μηχανάκια.
Ήρθε στην Πάτμο την οποία γνώριζε γιατί πολλά Σαββατοκύριακα δραπέτευε εκεί και είχε δημιουργήσει φίλους. Και στην Πάτμο ζούσε σαν ερημίτης. Οι φίλοι του δεν ήταν άλλοι από τους ψαράδες και τους απλούς ανθρώπους. Καθόταν μαζί τους στο καφενείο και απολάμβανε την κουβέντα τους, τα αστεία τους και τις έννοιες τους, αλλά κανείς δεν γνώριζε εκτός από ολίγες εξαιρέσεις, ότι ο φίλος τους ο Πέτρος, ήταν ποιητής, που βιβλία του κυκλοφορούν στην Αμερική και την Ευρώπη, από μεγάλους εκδοτικούς οίκους, ότι φωτογραφίες, βιβλιογραφία και βιογραφικό του, είναι σε όλες τις μηχανές αναζήτησης του διαδικτύου και στις μεγαλύτερες εγκυκλοπαίδειες του κόσμου.
Παρά τον ερημιτίστικο τρόπο ζωής, δεν ζει στην Απομόνωση. Έχει το χάρισμα να αισθάνεται την αυτοσυγκέντρωση σαν σύνδεσμο με την τοπική κοινωνία και το περιβάλλον, γιατί του δίνει τα ερεθίσματα να προχωράει και διεθνώς το διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον για το έργο του. Όταν επί παραδείγματι η WHITECHAPE GALLERY οργάνωσε έκθεση για τις πηγές του Αγγλικού εποικοδομητισμού στις καλές τέχνες, το έργο του Ρόμπερτ Λάξ ήταν το μόνο παράδειγμα μιας ξένης επιρροής που αναγνωρίστηκε και επιδείχθηκε σε μία σκόπιμα επαρχιακή έκθεση.
Αγαπούσε τον άνθρωπο και στο πέρασμα του πρόσεχε μόνο τον άνθρωπο αυτός τον ενδιέφερε μόνο. Ένα παράδειγμα μας είπε ο ζωγράφος Νίκος Ηλιού.
Περνούσαν κάποτε μαζί έξω από ένα σπίτι της Πάτμου. Ο Νίκος είδε την ξύλινη σκαλιστή πόρτα του σπιτιού και εντυπωσιάστηκε. Είναι καταπληκτική είπε:
Ο Ρόμπερτ γύρισε και την κοίταξε:
Καλή είναι του απάντησε. Περνάω κάθε μέρα από δω αλλά πρώτη φορά τη βλέπω.
Εκτός από τους ανθρώπους αγαπούσε τα ζώα, κυρίως τις γάτες .
Την αυλή του σπιτιού του επισκέπτονταν καθημερινά για το φαγητό τους 30 με 40 γατούλες, για τις οποίες ακόμα και σήμερα 5 χρόνια μετά, η οικογένεια του εξακολουθεί και στέλνει χρήματα από την Αμερική για να τις φροντίζουν οι φίλοι του.
Ο Ρόμπερτ Λάξ σχεδίαζε να πάει να μείνει τα τελευταία χρόνια της ζωής του σε Μοναστήρι την Ελβετία. Δυστυχώς όμως δεν πρόλαβε. Τα γεγονότα της υγείας του έτρεξαν πολύ γρηγορότερα απ ότι μπορούσε να περιμένει κανείς.


EXOFILO EISHGHSHS

Από τις αρχές Απριλίου 2000 είχε αρχίσει να νοιώθει αδύναμος και ξεκίνησε για να δυναμώσει να κάνει βόλτες και περιπάτους μαζί με τον ζωγράφο Νίκο Ηλιού, ο οποίος τον προστάτευε και τον βοηθούσε. Ένα πρωί όμως πρήστηκε το πόδι του ήταν αδύνατο να το πατήσει και να σηκωθεί και σε μια εβδομάδα κατέρρευσε.
Ο Νίκος Ηλιού με εντολή της οικογένειας του τον μετέφερε στο Βέλγιο για να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο, όπου βγήκε γρήγορα γιατί δεν χρειαζόταν να μένει εκεί. Τότε οι δικοί του τον μετέφεραν στην Αμερική με το πλοίο Queen Elizabeth II, διότι ο Ρόμπερτ Λαξ δεν έμπαινε ποτέ στο αεροπλάνο . Το φοβόταν.
Στην Αμερική που μεταφέρθηκε ήταν πολύ δύσκολο γι αυτόν να ζήσει και διάλεξε το δρόμο μιας προσωπικής επιλογής να μετακομίσει από την πόλη που δεν του άρεσε. Επέλεξε την αυτοκτονία με έναν αργό, αλλά σίγουρο θάνατο. Την συνειδητή στέρηση τροφής και νερού που μοιραία τον οδήγησε εκεί.
Πέθανε στην Νέα Υόρκη 26 Σεπτεμβρίου του 2000 ανήμερα της εορτής του Ιωάννη του Θεολόγου του συγγραφέα της Αποκάλυψης.
Ο Ρόμπερτ Λάξ ήθελε να πεθάνει. 

Παρακάτω ένα από τα ποιήματα του ΡΟΜΠΕΡΤ ΛΑΞ

Ένας άνθρωπος
Είχε ένα,
σχέδιο για μια ολοκαίνουρια πόλη
Αντί κέντρο για ψώνια,
Θα υπήρχε μια αίθουσα συναυλιών
Αντί οικόπεδο για παρκάρισμα
Θα υπήρχε μουσείο
Αντί βενζινάδικο
Θα υπήρχε πηγή
Αντί μίλια
Άσπρου τσιμέντου
Θα υπήρχαν πολλά δέντρα
Ο άνθρωπος ήταν ευχαριστημένος με το σχεδιό του
Και έτσι το παρουσίασε στην επιτροπή
Η επιτροπή ήταν κουρασμένη εκείνη τη χρονιά
Και είπε θα το υιοθετήσουμε
Και έτσι οικοδόμησαν:
Μια ολοκαίνουρια πόλη
Βγήκε από τα σχέδια του Κάνσας
Όταν ο κόσμος ήρθε να ζήσει εκεί
Είπε:
Ότι δεν είχε κανένα πράγμα από όσα είχαν συνηθίσει
Και ότι ήταν γεμάτη από πράγματα που δεν ήξεραν πώς να χρησιμοποιήσουν
Και απορούσαν τι έπρεπε να κάνουν
Θα ζήσουμε σ’ αυτήν
Είπε
Ένας άνθρωπος
Και θα χτίσουμε ένα κέντρο για ψώνια
Θα ζήσουμε σ’ αυτήν είπε ένας άλλος
Και θ’ ανοίξουμε ένα οικόπεδο για παρκάρισμα
Θα ζήσουμε σ’ αυτήν είπε ένας τρίτος
Και θα κάνουμε πεζοδρόμια τσιμεντένια
Όταν ο άνθρωπος άκουσε τι είχαν κάνει
Είπε δεν ήταν και πολύ άσχημα και πάλι
Πως ήταν καλύτερα από το τίποτα

 

Πηγή: ΙΝΤΕΡΝΕΤ, ΜΟΣΧΟΣ ΛΑΓΚΟΥΒΑΡΔΟΣ, ΝΙΚΟΣ ΗΛΙΟΥ ΚΑΙ ΑΠΛΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΗΣ ΠΑΤΜΟΥ