patmosweb330

elin330

aegeanlab

Αγαθονήσι: Εκπληκτικά ευρήματα στη θέση Καστράκι.

Αποδεικνύεται η έντονη βιοτεχνική δραστηριότητα και οικονομική ευμάρεια.

Η συστηματική επιφανειακή και ανασκαφική έρευνα της ΚΒ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου υπό τη διεύθυνση του δρ αρχαιολόγου Παύλου Τριανταφυλλίδη και της πολυμελούς ομάδας επιστημονικών συνεργατών του (αρχαιολόγων, συντηρητών, αρχιτεκτόνων μηχανικών, τοπογράφων) στη θέση Καστράκι του ακριτικού νησιού Αγαθονησίου, όπου ανασκάπτεται οχυρό των ύστερων κλασικών και πρώιμων ελληνιστικών χρόνων (ύστερος 4ος-πρώιμος 3ος αι. π.Χ.) έφερε στο φως ιδιαίτερα σημαντικά στοιχεία για την αρχαία ιστορία και τοπογραφία του νησιού.

Από την ολιγοήμερη επιφανειακή και ανασκαφική έρευνα, που άρχισε στις 12 Σεπτεμβρίου και για φέτος ολοκληρώθηκε στις 5 Οκτωβρίου του 2006, αποκαλύφθηκαν και καθαρίσθηκαν τα όρια του οχυρού (έκτασης περίπου 3 στρεμμάτων), που είναι κατασκευασμένο σε άνδηρα. Καθαρίσθηκαν κυρίως οι ισχυροί οχυρωματικοί τοίχοι, ο βόρειος (εικ. 1) και ο νότιος, μήκους 50μ. και πάχους 1.50μ., οι οποίοι σώζονται σε καλή κατάσταση διατήρησης, λαξευμένοι από το αρχαίο λατομείο της περιοχής, και κατασκευασμένοι επάνω στον επίπεδα διαμορφωμένο δολομιτικό ασβεστόλιθο, κατάλληλοι για την αμυντική θωράκιση και την προστασία των κατοίκων του αρχαίου οχυρού από εξωτερικούς εχθρούς, αλλά κυρίως από την πειρατία που βρισκόταν σε ιδιαίτερη άνθηση στο Αιγαίο κατά την ελληνιστική εποχή.

Από την ανασκαφική έρευνα ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η ανεύρεση τμήματος εργαστηριακών εγκαταστάσεων των ύστερων ελληνιστικών και πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων (1ος αι. π. Χ.-1ος αι. μ. Χ.) κοντά στο νότιο οχυρωματικό τοίχο, που σχετίζονται με την παραγωγή αρχαίων χρωστικών ουσιών, αλλά και βαφείων, όπως δεξαμενών (εικ. 2) επενδεδυμένων με υδραυλικό κονίαμα τύπου κουρασάνι, οι οποίες βρέθηκαν σε δύο επίπεδα, κατάλληλες για την διεργασία και την παραγωγή της πορφύρας, του περίφημου οστρέου, από το οποίο παραγόταν το βαθύ κόκκινο χρώμα, καθώς και ποικίλες αποχρώσεις του, ανάλογα με το είδος του και την διάρκεια έκθεσής του στον ήλιο.

Πλούσιες αποθέσεις οστρέων τύπου κυρίως τύπου murex brandaris (εικ. 3), αλλά και άλλων γαστερόποδων, όπως κεράτιων (Cerithium vulgare, Bittium reticulatum da Costa), κώνων (Conus venticosus Gmelin, Euthria cornea L.), βούκινων (Buccinum undulatum L.) και πεταλίδων (Patella coerulea L.) βρέθηκαν εντός και γύρω από τις δεξαμενές, πολλές από τις οποίες είναι θραυσμένες ή τρυπημένες στην αρχαιότητα, προκειμένου να εξαχθεί ο ζωντανός οργανισμός του οστρέου, από τον οποίο προερχόταν η χρωστική ουσία. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι πλούσιες αποθέσεις πορφύρας υπάρχουν ακόμη και σήμερα στις ακτές και γύρω από το νησί.

Aπό τον χώρο των δεξαμενών βρέθηκαν και τμήματα χρωστικών ουσιών (εικ. 4), όπως κίτρινου προερχόμενου από αντιμονιούχο μόλυβδο και ερυθρού προερχόμενου απο την πορφύρα. Η θέση του εργαστηρίου στις παρυφές του οχυρωμένου μικρού οικισμού πληρούσε τις απαιτήσεις της εποχής, καθότι είναι γνωστό ότι οι δυσάρεστες και ανθυγιεινές οσμές που αναδύει το ostrum της προφύρας κατά το στάδιο του βρασμού του θα ήταν ιδιαίτερα επιβλαβές για τους κατοίκους του οχυρού. Οι ισχυροί βόρειοι άνεμοι που φυσούν συχνά στην περιοχή αναμφίβολα θα διευκόλυναν την απομάκρυνση της δυσοσμίας της πορφύρας.

Εκτός από την ανασκαφικά επιβεβαιωμένη παρουσία βαφείων, κινητά ευρήματα, όπως σκωρίες πηλού και σιδηρομεταλλευμάτων υποδεικνύουν μια έντονη βιοτεχνική δραστηριότητα για την ύπαρξη εργαστηρίων παραγωγής σιδηρών και πήλινων αντικειμένων, που σε συνδυασμό με την βιοτεχνία πορφύρας προσέδιδαν αρκετό πλούτο στον οικισμό. Η ανεύρεση σημαντικού αριθμού χαλκίνων και αργυρών νομισμάτων, πήλινων υφαντικών βαριδιών, αμφορέων ροδιακού και καωακού τύπου στον χώρο των εργαστηριακών εγκαταστάσεων υποδεικνύει εμπορικές συναλλαγές που πραγματοποιούνταν από τους πορφυροπώλες και τους κογχυλιοβάφους της εποχής.

Η προσέγγιση διά θαλάσσης στο οχυρό γινόταν μέσω του αρχαίου λιμανιού που σήμερα βρίσκεται κάτω από το επίπεδο της σημερινής θαλάσσιας στάθμης, σε άμεση γειτνίαση με τον ανατολικό οχυρωματικό τοίχο που εφάπτεται στη θαλάσσια ακτή.

Από τα πολυάριθμα αρχαία κινητά ευρήματα της νεότερης οικιστικής φάσης του οχυρού κατά τους ύστερους ελληνιστικούς και πρώιμους ρωμαϊκούς χρόνους, ιδιαίτερα μεγάλος είναι ο αριθμός των πήλινων κυψελών για την παραγωγή μελιού, το οποίο αποτελούσε μία από τις βασικές διατροφικές συνήθειες των ανθρώπων της Αρχαιότητας.

Για την διάγνωση του τύπου του μελιού που είχε χρησιμοποιηθεί κατά την Αρχαιότητα στο Αγαθονήσι (πιθανώς θυμαρίσιου μελιού, αφού σήμερα άλλωστε είναι άφθονο στο νησί), καθώς και των οργανικών υπολειμμάτων που ακόμα σώζονται σε ορισμένες πήλινες κυψέλες (εικ. 5), περαιτέρω ορυκτολογικές αναλύσεις πρόκειται να πραγματοποιηθούν στο εργαστήριο Fitch της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών.

Η ακμάζουσα αγροτική οικονομία του αρχαίου οχυρού σε συνδυασμό με την εμπορία των κοχυλιών και των αρχαίων χρωστικών που παράγονταν στο Αγαθονήσι, αποτελούν πτυχές της οικονομικής ευμάρειας που αρχίζει σταδιακά να αναδιπλώνεται από την ενδελεχή ανασκαφική έρευνα.

Αν και τα αρχαιότερα ίχνη κατοίκησης στην φυσικά οχυρωμένη ακρόπολη, αλλά και έως τις παρυφές του οχυρού ανάγονται στην ύστερη 3η π. Χ χιλιετία σύμφωνα με θραύσματα χειροποίητης άβαφης κεραμικής, και πολλών εργαλείων από οψιανό και πυριτόλιθο, η εγκατάλειψη του μικρού οχυρωμένου οικισμού ανάγεται στο α΄ μισό του 2ου αι. μ. Χ., όταν ο καταστρεπτικός σεισμός του 155/156 μ. Χ. που συγκλόνισε την Μ. Ασία επέφερε ανεπανόρθωτες βλάβες στο οχυρό. Η εγκατάλειψή του ήταν αναπόφευκτη, αφού η διάλυση της ληστοπειρατίας είχε ήδη συντελεστεί από τις ρωμαϊκές λεγεώνες και η Pax Romana κυριαρχούσε στην Μεσόγειο.

Η συνέχιση της ανασκαφικής έρευνας θεωρείται αναγκαία για την περαιτέρω διερεύνηση και αποκάλυψη των εγκαταστάσεων του σημαντικού αυτού οχυρού του ΝΑ Αιγαίου που δεσπόζει στο βραχώδη λόφο στο Καστράκι. Αν και η πρόσβαση στον κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο του Καστρακίου γίνεται με ιδιαίτερες δυσκολίες, αφού η έλλειψη κυρίως δρόμου και νερού δυσχεραίνουν σημαντικά το πολύπλευρο αρχαιολογικό έργο, ευελπιστούμε ότι οι δημόσιοι φορείς θα ευαισθητοποιηθούν για τη γενναιόδωρη χρηματοδότηση της ανασκαφής κατά την επόμενη ανασκαφική περίοδο που προγραμματίζεται για το 2007.

Σημειώνουμε για μια ακόμη φορά τις θερμές μας ευχαριστίες για τις οικονομικές χορηγίες στα κοινωφελή Ιδρύμα Στ. Δεκόζη-Βούρου και Λάτση, στον Υπουργό Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής κο Αριστοτέλη Παυλίδη για το προσωπικό ενδιαφέρον που υπέδειξε προκειμένου να συντελεστεί η ανασκαφή στο Αγαθονήσι, στην Προϊσταμένη της ΚΒ΄ ΕΠΚΑ κα Μελίνα Φιλήμονος, στην Προϊσταμένη του ΑΙΑΣ κα Αγγελική Γιαννικουρή και στην Κοινότητα Αγαθονησίου για την θερμή υποστήριξή τους.